Περί ηρώων και τάφων

Π Ε Ρ Ι Η Ρ Ω Ω Ν Κ Α Ι Τ Α Φ Ω Ν 27 «Ναι». «Σε ρώτησα για τη μητέρα σου». «Η μητέρα μου» απάντησε οΜαρτίν χαμηλόφωνα «είναι ένας υπόνομος». Η Αλεχάντρα ανασηκώθηκε λιγάκι, στηριγμένη στον έναν αγκώνα και τον κοίταξε με προσοχή. Ο Μαρτίν, χωρίς να στα­ ματήσει να εξετάζει την πετρούλα, συνέχισε να μένει σιωπηλός με σφιγμένα τα σαγόνια, ενώ σκεφτόταν υπόνομος, μητέρα-υπόνο- μος . Και μετά πρόσθεσε: «Ήμουν πάντα εμπόδιο. Από τότε που γεννήθηκα». Λες και όλη η βρομιά της μάνας του είχε συσσωρευτεί στην ψυχή του, υπό πίεση , σκεφτόταν, ενώ η Αλεχάντρα τον κοιτούσε στηριγμένη στον αγκώνα της. Και λέξεις όπως έμβρυο, μπάνιο, κρέμες, κοιλιά, έκτρωση πλημμύριζαν τη σκέψη του, το μυαλό του Μαρτίν, σαν γλοιώδη κι εμετικά απόβλητα σε στάσιμα λασπόνερα. Και τότε, σαν να μιλούσε μόνος του, πρόσθεσε πως για πολύ καιρό πίστευε πως δεν τον είχε θηλάσει επειδή δεν είχε γάλα, μέχρι τη μέρα που η μητέρα του του φώναξε πως δεν το είχε κάνει για να μη χαλάσει το στήθος της και του εξήγησε ακόμα πως είχε κάνει ό,τι ήταν δυνατόν για ν’ αποβάλει, όλα εκτός από έκτρωση, γιατί μισούσε τόσο τον πόνο όσο λάτρευε να τρώει καραμέλες, να διαβάζει τα περιοδικά για το ραδιόφωνο και ν’ ακούει μελωδική μουσική. Αν και έλεγε ακόμα πως της άρεσε η σοβαρή μουσική, τα βιεννέζικα βαλς και ο πρίγκιπας Καλέντερ. Που δυστυχώς δεν υπήρχε πια. Κι έτσι θα μπορούσε να φανταστεί με τι χαρά τον υποδέχτηκε, αφού αγωνίστηκε για μήνες πηδώντας σχοινάκι όπως οι παλαιστές και δίνοντας μπουνιές στην κοιλιά της, λόγος για τον οποίο (του εξηγούσε η μητέρα του φωνάζοντας) είχε βγει μισότρελος, μιας και ήταν θαύμα που δεν είχε καταλήξει στους υπονόμους. ***

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=