Περί ηρώων και τάφων

Ε Ρ Ν Ε Σ Τ Ο Σ Α Μ Π Α Τ Ο 26 «Και τι κάνει ο πατέρας σου;» τον ρώτησε τότε η Αλεχάντρα, κι εκείνος δεν απάντησε αμέσως, μέχρι που τελικά είπε πως ήταν ζωγράφος. Λέγοντας όμως τη λέξη «ζωγράφος» η φωνή του ήταν ελαφρώς διαφορετική, σαν να ήταν μια λέξη εύθραυστη και φο­ βήθηκε πως ο τόνος της φωνής του θα μπορούσε να τραβήξει την προσοχή της όπως θα μπορούσε να τραβήξει την προσοχή του κόσμου ο τρόπος βαδίσματος κάποιου που διασχίζει μια γυάλινη στέγη. Και το ότι η Αλεχάντρα παρατήρησε κάτι παρά­ ξενο σ’ εκείνη τη λέξη το αποδείκνυε το γεγονός ότι έσκυψε προς το μέρος του και τον κοίταξε προσεκτικά. «Κοκκίνισες» παρατήρησε. «Εγώ;» ρώτησε ο Μαρτίν. Και, όπως συμβαίνει πάντα σε παρόμοιες περιστάσεις, κοκ­ κίνισε ακόμα περισσότερο. «Μα τι σου συμβαίνει;» επέμεινε εκείνη με το χορταράκι στο χέρι. «Τίποτα, δεν μου συμβαίνει τίποτα». Ακολούθησε μια στιγμή σιωπής, ύστερα η Αλεχάντρα ξάπλω­ σε πάλι ανάσκελα στο γρασίδι, μασουλώντας ξανά το χορταράκι της. Στο μεταξύ ο Μαρτίν σκεφτόταν, ενώ κοίταζε μια μάχη καταδρομικών από βαμβάκι στον ουρανό, πως δεν είχε λόγους να ντρέπεται για την αποτυχία του πατέρα του. Μια σειρήνα πλοίου ακούστηκε από το λιμάνι της Δάρσενα και ο Μαρτίν σκέφτηκε Θάλασσα των Κοραλλίων , Νήσοι Μαρ­ κέζας. Αλλά είπε: «Το Αλεχάντρα είναι σπάνιο όνομα». «Και η μητέρα σου;» ρώτησε. Ο Μαρτίν κάθισε κι άρχισε να ξεριζώνει κάτι χορτάρια. Βρή­ κε μια πετρούλα και βάλθηκε να μελετά τη φύση της όπως ένας γεωλόγος. «Δεν μ’ ακούς;»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=