Περί ηρώων και τάφων

Π Ε Ρ Ι Η Ρ Ω Ω Ν Κ Α Ι Τ Α Φ Ω Ν 25 λο αίνιγμα · και συνήθιζε ν’ αναρωτιέται τι θα είχε κάνει σ’ εκείνη τη δεύτερη συνάντηση αν μπορούσε να μαντέψει ό,τι ήταν αυτό που αποκάλυψαν τα γεγονότα αργότερα. Θα είχε τραπεί σε φυγή; Ο Μπρούνο τον κοίταξε σιωπηλά. «Ναι, τι θα είχες κάνει;» ΟΜαρτίν τον κοίταξε με τη σειρά του πολύ συγκεντρωμένος και ύστερα από λίγα δευτερόλεπτα είπε: «Υπέφερα τόσο μαζί της που πολλές φορές βρέθηκα στα πρό­ θυρα της αυτοκτονίας». «Κι ωστόσο, ακόμα κι έτσι, γνωρίζοντας προκαταβολικά όλα όσα μου συνέβησαν, και πάλι θα είχα τρέξει κοντά της». «Και βέβαια» σκέφτηκε ο Μπρούνο. «Και ποιος άντρας, νεα­ ρός ή ενήλικας, ανόητος ή σοφός, δεν θα είχε κάνει το ίδιο;» «Με γοήτευε» πρόσθεσε οΜαρτίν «σαν μια ζοφερή άβυσσος, και αν απελπιζόμουν ήταν ακριβώς γιατί την αγαπούσα και τη χρειαζόμουν. Πώς είναι δυνατόν να μας απελπίζει κάτι που μας είναι αδιάφορο;» Παρέμεινε για μεγάλο διάστημα σκεφτικός και μετά επέστρε­ ψε στην έμμονη ιδέα του: επέμενε να θυμάται (προσπαθούσε να θυμηθεί) τις στιγμές μαζί της, όπως οι ερωτευμένοι ξαναδια­ βάζουν ένα παλιό ερωτικό γράμμα που φυλάνε στην τσέπη, όταν έχει πια φύγει για πάντα το πλάσμα που το έγραψε · και, όπως στο γράμμα, οι αναμνήσεις κάνουν ρυτίδες και γερνούν, χάνονται φράσεις ολόκληρες στις πτυχές της ψυχής, ξεθωριάζει η μελάνη και, μαζί της, οι ωραίες και μαγικές φράσεις που δημιούργησαν τα μάγια. Και τότε είναι αναγκαίο να ζορίσει κανείς τη μνήμη όπως ζορίζει τα μάτια και πλησιάζει στο τσαλακωμένο και κιτρι­ νισμένο χαρτί. Ναι, ναι: αυτή τον είχε ρωτήσει πού έμενε, ενώ ξερίζωσε ένα χορταράκι κι άρχισε να μασουλάει τον μίσχο του (πράγμα που θυμόταν ξεκάθαρα). Και μετά τον είχε ρωτήσει με ποιον έμενε. Με τον πατέρα του, της απάντησε. Και μετά από ένα λεπτό δισταγμού πρόσθεσε πως έμενε και με τη μητέρα του.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=