Περί ηρώων και τάφων

19 ΙΙ Πέρασαν πολλές μέρες αναταραχής. Γιατί ήξερε πως θα την ξα­ νάβλεπε, είχε τη βεβαιότητα πως εκείνη θα επέστρεφε στο ίδιο μέρος. Όλο εκείνο το διάστημα δεν έκανε τίποτα άλλο απ’ το να σκέφτεται την άγνωστη κοπέλα, και κάθε απόγευμα καθόταν σ’ εκείνο το παγκάκι με το ίδιο ανάμεικτο συναίσθημα φόβου και ελπίδας. Μέχρι που μια μέρα, πιστεύοντας πως όλα ήταν ένας παραλο­ γισμός, αποφάσισε να πάει στην Μπόκα, αντί να τρέξει για άλλη μια φορά, σαν γελοίος, στο παγκάκι του πάρκου Λεσάμα. Και βρισκόταν ήδη στην οδό Αλμιράντε Μπράουν όταν άρχισε να πη­ γαίνει πίσω, περπατώντας προς το συνηθισμένο μέρος · στην αρ­ χή αργά και σαν να δίσταζε, δειλά· ύστερα γρηγορότερα, μέχρι που κατέληξε να τρέχει, σαν να φοβόταν μήπως φτάσει καθυστε­ ρημένος σ’ ένα ραντεβού εκ των προτέρων συμφωνημένο. Ναι, βρισκόταν εκεί. Από μακριά την είδε να προχωρά προς το μέρος του. Ο Μαρτίν σταμάτησε ενώ ένιωθε πώς χτυπούσε δυνατά η καρδιά του. Η κοπέλα προχώρησε προς το μέρος του και όταν βρέθηκε πλάι του του είπε: «Σε περίμενα». Ο Μαρτίν ένιωσε να του κόβονται τα πόδια. «Εμένα;» ρώτησε κοκκινίζοντας.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=