Perfect day

P E R F E C T D A Y 21 είναι αναγκασμένοι να βγάζουν χρήματα για κάποιον. Λέω μο­ νάχα: «Κι αυτή στον πατέρα της είναι» και συνεχίζω να ανα­ κατεύω τις ντομάτες, αποφεύγοντας το βλέμμα της Μισέλ. «Τι δώρο θα της κάνεις;» είναι η επόμενη ερώτησή της, και το πρώτο που μου ’ρχεται είναι: «Ένα τραμπολίνο». Σαν το τραμπολίνο που μου είχαν κάνει κι εμένα κάποτε δώρο για τα Χριστούγεννα όταν ήμουν στην ηλικία της Νταϊάνας. Η κούτα του ήταν καφετιά και τόσο πελώρια, που θα χρειάζονταν αρκε­ τά ρολά χαρτί περιτυλίγματος για τη συσκευασία δώρου. Έτσι, ο πατέρας μου την είχε δέσει απλώς με μια μεγάλη, κόκκινη κορδέλα. Μου είχε πει πως, μόλις έμπαινε η άνοιξη και ο ήλιος ρουφούσε την υγρασία του χιονιού από το χώμα, θα μου το έστηνε στον κήπο – με όλη τη συγκινητική ατζαμοσύνη που τον χαρακτήριζε ως ακαδημαϊκό. Θα το έστηνε κάπου όπου θα μπο­ ρούσε να με βλέπει από το παράθυρο να χοροπηδάω όσο εκεί­ νος δούλευε στο γραφείο του. Μου άρεσε το δώρο μου, δεν μπορώ να πω. Μόνο που εκείνη τη στιγμή, μέσα στο καταχεί­ μωνο, μου ήταν τελείως άχρηστο. Έτσι, τον παρακάλεσα να βγάλει τον μεταλλικό σκελετό από το χαρτόκουτο, κι ύστερα ξάπλωσα μέσα στην άδεια κούτα κι έκλεισα το καπάκι. Ο πα­ τέρας μου το βρήκε τρομερά ενδιαφέρον, εκπληκτικό, μοναδικό. Μ’ αυτό το βλέμμα του, που θέλει μονίμως να αναλύει τα πάντα, με ρώτησε τι ακριβώς μου περνούσε από το μυαλό όσο ήμουν ξαπλωμένη εκεί μέσα, τελείως ακίνητη και αμίλητη, με τα μάτια κλειστά. Νόμιζε πως ίσως είχε να κάνει με τη μητέρα μου. Ότι ήθελα να δω πώς ήταν να βρίσκεσαι μέσα σε φέρετρο. «Μα, μπαμπά» αποκρίθηκα. «Αυτό εδώ δεν είναι φέρετρο. Μια κού­ τα είναι, κι εγώ απλώς ξάπλωσα μέσα της».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=