Πέρα από τα Παλιά Ασήμια

15 Π Ε Ρ Α Α ΠΟ Τ Α Π Α Λ Ι Α Α Σ ΗΜ Ι Α Και ένα δυνατό ρίγος τάραξε το κορμί της, την έκανε να παγώνει λες και ήταν Δεκέμβρης μήνας και περπατούσε γυ- μνή πάνω στο χιόνι και μέσα στους αέρηδες. «Ήρθε…Μια γυναίκα στεκόταν στην κορυφή της σκάλας, έτρεμε το κε- φάλι της και με ρώτησε γιατί άραγε άργησα…Με περίμεναν, έτσι μου είπε. “Θέλουν να φύγουν πια… Τ’ ακούς;” μου είπε. Και μετά με μάλωσε που σ’ άφησα έξω, λέει… Μου ζήτησε… “Πες του ξένου να έρθει μέσα” μου είπε και πως το λάθος ήταν δικό της. Και τότε κατάλαβα ποιος ήσουν… ποιος είσαι…» Κοιτάζονταν αμίλητοι και η Έλσα έτρεμε, ενώ οι κόρες των ματιών της είχαν διασταλεί τόσο, που είχε χαθεί το λευκό του βολβού · όλο καφέ, όλο σκούρο, τρομακτικό! Δεν πίστευε αυτό που ζούσε ο Άλεξ, ένας πρακτικός Αμερικάνος ήταν, το επαναλάμβανε συνέχεια στον εαυτό του, ένας άν- θρωπος που είχε φάει με το κουτάλι τη ζωή και πίστευε ακράδαντα πως όλα τα είχε ζήσει. Και όμως…Όμως τώρα αισθανόταν να έχει πιαστεί στα μάγια αυτής της παράξενης γης. Ανεξήγητα και υπερφυσικά όλα όσα συνέβαιναν. Αό- ρατο χέρι τον είχε σηκώσει από μια ήπειρο στην άλλη άκρη του κόσμου και τον είχε ρίξει εδώ, δίπλα στα ηφαίστεια, στις υπόγειες πολιτείες και στις σιωπηλές κοιλάδες με τα λαξευ- μένα βράχια, και πάνω σε μια γυναίκα που φορούσε σαν δέρμα το παρελθόν των άλλων. Στεκόταν μπροστά στην καγκελόπορτα της αυλής που πίσω της σφάλιζε μια οικογενειακή ιστορία διακοσίων χρό- νων, μια ιστορία που είχε κοπεί με σπάθα ατσάλινη, είχε διαρραγεί απότομα και ξαφνικά, όπως όλων των Ελλήνων

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=