Πέρα από τα Παλιά Ασήμια

20 Μ Α Ι Ρ Η Κ Ο Ν Τ Ζ Ο Γ Λ Ο Υ της την οδηγούσε να κάνει ό,τι και ο Άλεξ. Να πιστέψει στα θαύματα. «Έχω το ημερολόγιο της γιαγιάς μου εδώ…» χτύπησε με την παλάμη την τεράστια τσάντα της, που, εξουθενωμένη από το βάρος με το οποίο τη φόρτωνε, άραζε στη διπλανή, εξίσου πλαστική, καρέκλα. «Κάτι σαν ημερολόγιο τέλος πά- ντων, μη φανταστείς…Θα πρέπει να…Πώς το είπες; Να διασταυρώσουμε τα στοιχεία…» και έκανε πως γελούσε. Μα ήταν και εκείνο το γέλιο πικρό. «Κι εκείνοι οι ήλιοι πάνω στην εσάρπα σου…» μουρμού- ρισε αυτός, σαν να μην την είχε ακούσει. Ήταν το ίδιο συνεπαρμένος, κι ας μην είχε δει τα φαντά- σματα, ας μην είχε ακούσει τις φωνές στο αρχοντικό των Χατζηαβράμογλου, ήταν το ίδιο προβληματισμένος με το παιχνίδι της μοίρας. Αν και καταλάβαινε πως η Έλσα, ειδι- κά ύστερα από την επίσκεψη στο σπίτι της οικογένειάς της, χρειαζόταν χρόνο να επεξεργαστεί τα δεδομένα και να βγά- λει τα συμπεράσματά της, γοητευμένος από όσα συνέβαιναν, άφηνε το μυαλό του ελεύθερο να πηγαινοέρχεται στις αλλε- πάλληλες συμπτώσεις, στις συνθήκες όπως διαμορφώνονταν με το πέρασμα των πρώτων ημερών και σε εκείνες τις μικρές, φαινομενικά ασήμαντες, λεπτομέρειες που σιγά σιγά είχαν γεμίσει το καλάθι της βεβαιότητάς του. «Ήταν και οι ήλιοι… Ξέρεις, το πρώτο βράδυ όταν σε είδα να τη φοράς… Είχα ακούσει τόσα για μια εσάρπα με κεντημένους ήλιους. Έχω και φωτογραφία…» «Ποια εσάρπα;…» σάστισε ακόμα περισσότερο. «Δεν είναι κειμήλιο… Πριν λίγα χρόνια την αγόρασα και ήταν

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=