Πέπλο σιωπής (Pocket)

[ 18 ] Η Ρία άκουσε έναν ξεψυχισμένο αναστεναγμό. «Ποιος;» ρώτησε. «ΟΡέιμοντ» είπε ηΆιντα, αγανακτισμένη. «Οθείος σουοΡέιμοντ. Ο αδελφός μου». Η Ρία θυμήθηκε το άσπρο τσουλούφι ενός άντρα δίπλα στον τάφο. Το δάχτυλο στο στεγνό του μάτι. Τα χαρακτηριστικά με τα οποία η ίδια δεν μπορούσε να σχηματίσει το πρόσωπό του. «Χριστέ μου» είπε. ΗΆιντα αποδοκίμασε τη μικρή βλασφημία της με ένα «τς τς τς». «Συγγνώμη» είπε η Ρία, χωρίς να το εννοεί. «Πώς πέθανε;» «Δεν είναι σίγουροι» είπε η Άιντα. «Ίσως να πνίγηκε, αλλά δεν ξέρουν». «Να πνίγηκε;» «ΤονβρήκανστονΛάγκαν χθες τοαπόγευμα, ανάμεσαστααγριό­ χορτα». Η Ρία άκουσε τη φωνή της μητέρας της να σπάει. Μια κοφτή, σφυριχτή εισπνοή. Τη φαντάστηκε με ένα τσαλακωμένο χαρτομά­ ντιλο στο χέρι, έτοιμη να σκουπίσει τα μάγουλά της. Τα κρατούσε όλα μέσα της για να μη γίνει θέαμα. Η Άιντα Καρλάιλ ήταν από τις γυναίκες που έκλαιγαν στο τραπέζι της κουζίνας, με ένα φλιτζάνι τσάι να κρυώνει μπροστά της και με μία τουλάχιστον κλειστή πόρτα ανάμεσα σ’ εκείνη και οποιονδήποτε άλλον. «Από τοπορτοφόλι του βρήκαν ποιος ήταν» είπε ηΆιντα. «Χρειά­ στηκαν μια μέρα για να ανακαλύψουν ότι είχε συγγένεια μαζί μου. Η αστυνομία τηλεφώνησε σήμερα το απόγευμα». «Ο μπαμπάς ήταν εκεί;» ρώτησε η Ρία. «Όχι, λείπει σε συνάντηση του κόμματος. Λέει ότι θα γυρίσει μόλις τελειώσει».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=