Πέντε συν τρία
1 Δευτέρα 30 Νοεμβρίου, ώρα 08.10 Ο διάδρομος τυλιγμένος στο σκοτάδι. Μολαταύτα ο Μπέργερ διέκρινε ένα φτερωτό ζωύφιο που αργοσερνόταν στην ορο φή · το ακολούθησε με το βλέμμα. Μόνον όταν σταμάτησε να το παρακολουθεί, συνειδητοποίησε ότι ήταν μέλισσα. Αν και το μοναδικό φως του διαδρόμου μόνο φως δεν το έλεγες, ήταν αρκετά ευδιάκριτο. Μικρό, κυκλικό, σε ύψος μα τιών στην κλειστή πόρτα που τον χώριζε από τον άλλον άντρα· ήταν και οι δύο κολλημένοι πάνω στον τσιμεντένιο τοίχο, ο καθένας στη δική του πλευρά της πόρτας και κρατούσαν στα χέρια τους έτοιμα τα όπλα. Στο ανύπαρκτο φως, ο μεγαλύτε ρος σε ηλικία άντρας κάρφωσε το ψυχρό γκρίζο βλέμμα του στον Μπέργερ και έγνεψε. Χωρίς ν’ αφήσει το όπλο του ο Μπέργερ έσκυψε και σήκωσε από κάτω κάτι που έμοιαζε με μονό μεγεθυντικό φακό για ωρολογοποιούς ή εκτιμητές διαμα ντιών. Το ακούμπησε αθόρυβα στο ματάκι της πόρτας και κοί ταξε μέσα. Η προοπτική ήταν κάπως ασύμμετρη, αλλά το εσωτερικό του διαμερίσματος φαινόταν μια χαρά. Ένα χολ απλωνόταν μέχρι τις αρχές ενός καθιστικού. Ακριβώς μπροστά, στο πρώ το διακριτικό χάραμα ενός νοεμβριάτικου πρωινού, ένα ζευ γάρι γιγάντιων αετών φάνηκαν να φτερουγίζουν μέσα προς τα
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=