Πέντε συν τρία

Π Ε Ν Τ Ε Σ Υ Ν Τ Ρ Ι Α 19 σε κάποιου είδους μισοσκόταδο. Είκοσι μέτρα στα δεξιά στε­ κόταν το μικρό σπίτι σαν ένα μπλοκ τσιμέντου. Λοξά μπροστά του το μάτι του πήρε τον Κεντ ν’ ανεβαίνει τη σκάλα κινδύνου και να ορμάει προς το σπιτάκι. Ταυτόχρονα, ο Ρόι ανέβηκε από το σχοινί του και κύλησε πάνω από το μικρό στηθαίο στην άκρη της στέγης. Ο Μπέργερ έτρεχε τώρα. Βρισκόταν εκεί και δεν βρισκόταν εκεί, έβλεπε τα πάντα από μια περίεργη, παραμορφωμένη απόσταση, περίμενε απλώς να πέσουν σφαίρες. Ο Ρόι έφτασε πρώτος εκεί, ο Κεντ δεν ήταν πολύ πίσω, ο Μπέργερ τελευταίος από την πλευρά του. Είδε τον Ρόι να ση­ κώνει το πόδι, να κλοτσάει την πόρτα, να εξαφανίζεται στο άνοιγμά της. Έφτασε και ο Κεντ εκεί, το σώμα του άρχισε να τινάζεται προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Μπήκε κι αυτός μέσα στο σπίτι. Ο Μπέργερ ήταν κοντά τώρα. Αισθάνθηκε έναν δυνατό πό­ νο κατά μήκος του λαιμού, σαν να τον είχε χτυπήσει ένα αθό­ ρυβο όπλο. Έκοψε ταχύτητα, έφερε το χέρι στον σβέρκο κι αι­ σθάνθηκε τότε κι έναν πόνο στο χέρι. Ήταν σχεδόν κοντά στην ορθάνοιχτη πόρτα όταν ο Κεντ βγήκε παραπατώντας από το σπίτι. Τιναζόταν άγρια και παράξενα. Χτυπούσε τα χέρια γύ­ ρω του, το υπηρεσιακό του όπλο τινάχτηκε μακριά διαγράφο­ ντας μια μεγάλη τοξοειδή τροχιά στον αέρα, πολύ αργά ωστό­ σο. Ο Κεντ έπεσε στα γόνατα, ρίχτηκε μπροστά, έκανε ένα βαρελάκι. Ο βόμβος δυνάμωνε ασταμάτητα. Ο ίδιος ο Μπέργερ άρχισε να πονάει παντού, μ’ έναν πόνο που απλωνόταν σε όλο το κορμί, διέτρεχε πυρακτωμένος τα μέλη του. Από το σπίτι βγήκε μια σιλουέτα. Έμοιαζε με ζώο, σαν μια αρκούδα που στεκόταν στα δύο πόδια. Η σιλουέτα σήκωσε τους βραχίονες σαν σε προσευχή, αλλά δεν ήταν βραχίονες, ήταν πόδια ζώου, τεράστια. Έμοιαζαν να είναι καλυμμένα από

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=