Παραμύθια σαν πλατύ χαμόγελο

O κύριος Μποεμόντο O κύριος Μποεµόντο είναι πολύ αστείος Και τι δεν κατεβάζει το µυαλό του για να διασκεδάσει τα παιδιά του… Να τον στο τρένο: στις θέσεις µπροστά του κάθονται τα παιδιά κι αρ- χίζουν να τσακώνονται, γιατί όλοι θέλουν να καθίσουν στο παράθυρο — Μη µαλώνετε, αναφωνεί ο κύριος Μποεµόντο Αντί να µαλώνετε, θα παίξουµε ένα ωραίο παιχνίδι Τα παιδιά, µόλις ακούνε ωραίο παιχνίδι, αλλάζουν διάθεση — Τώρα γυρίστε µια στιγµή από την άλλη Θα µε κοιτάξετε µόνο όταν σας το πω Τα παιδιά γυρίζουν και τι να δουν: ο µπαµπάς δεν είναι πια εκεί Στη θέση του κάθεται µια γριά κυρία µε έναν παπαγάλο στον ώµο Ο παπαγάλος έχει γαλάζια και κίτρινα φτερά και φωνάζει δυνατά: — Θέλω να κάτσω στο παράθυρο, θέλω να κάτσω στο παράθυρο Τα παιδιά γελάνε µέχρι που τους έρχονται δάκρυα στα µάτια, κι έτσι δεν παίρνουν είδηση ότι η γριά κυρία έχει εξαφανιστεί κι ότι στη θέση της βρί- σκεται ένας καλόγερος που χαϊδεύει τη µακριά µέχρι το πάτωµα γενειάδα του Εκείνος κοιτάζει αυστηρά τα παιδιά, που βουβαίνονται αµέσως — Κχµ, κχµ, κάνει ο γέρος καλόγερος Τα παιδιά κάθονται φρόνιµα «Κχµ, κχµ» ακούγεται άλλη µια φορά ο κα- λόγερος Τα παιδιά είναι έτοιµα να βάλουν τα κλάµατα, κοιτάζουν τις µύτες των παπουτσιών τους, κι έτσι δε βλέπουν πότε εξαφανίζεται κι ο καλόγε- ρος Όταν σηκώνουν τα µάτια τους, ένα µικροσκοπικό ανθρωπάκι ανεβαίνει πάνω στο κάθισµα και ξεκαρδίζεται στα γέλια Τα παιδιά βάζουν κι αυτά τα γέλια — Πώς σας λένε, κυρ µικρέ, µικρούλη; — Με λένε Πιτσιρδέλα — Γιατί; — Γιατί µ’ αρέσει η σαρδέλα — Τι ανοησίες είναι αυτές, µουρµουρίζει µία ηλικιωµένη κυρία, ντυµένη στα πορτοκαλιά Αλλά τα παιδιά έχουν ξεκαρδιστεί στα γέλια Το ανθρωπά- κι αρχίζει τότε να φουσκώνει και να φουσκώνει Ποπό, Θεούλη µου, πόσο µεγάλος και ψηλός έγινε! Οπ, να τος!

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=