Πάντα η Αλεξάνδρεια

ΠΑΝΤΑ Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ 17 σθημάτων και οι σκέψεις και οι προθέσεις του, όλα όσα αποκαλούμε ζωή και αλήθεια σ’ αυτό τον κόσμο. Στην κέ- ρινη μορφή του πεθαμένου είχε απλωθεί μια ψεύτικη γα- λήνη. Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκε πόσο λαθεύουν όσοι συ- σχετίζουν τον θάνατο με τον ύπνο. Ο κοιμισμένος πέρα από τη ρυθμική ανάσα του δεν είναι ποτέ ανέκφραστος, το πρό- σωπό του πάλλεται συνεχώς, λες και η ζωή δεν εννοεί ού- τε την ώρα της ανάπαυσης να κάτσει φρόνιμα. Κατέλυσε στο ξενοδοχείο «Σέσιλ», σαν να ήταν ξένη στην πόλη της, και ζήτησε ένα δωμάτιο με θέα στη θάλασσα, μολονότι όταν βγήκε στο μπαλκόνι και ατένισε την Κορνίς και το γαλάζιο νερό δυσκολεύτηκε να αναγνωρίσει την Αλε- ξάνδρεια που ήξερε. Στο φουαγέ του ξενοδοχείου συναντή- θηκε με τον Φιλίπ, με τον φόβο της Αστυνομίας και με την οχλοβοή που δημιουργούσε ένα πλήθος ανθρώπων γύρω τους. Όση ώρα τού μιλούσε για όλα αυτά που έγιναν, αλλά και για όσα έπρεπε να γίνουν στη συνέχεια, μεταπηδώντας από τα αναφιλητά στην απάθεια, εκείνος της κρατούσε το χέρι πάνω στο μαρμάρινο τραπέζι κι έγερνε κάθε τόσο προς το μέρος της λες και τα λόγια που έβγαιναν από το στόμα της πετούσαν στον αέρα κι έπρεπε με κάποιο τρόπο να τα αδράξει πριν εξατμιστούν μες στη φασαρία εκείνου του μεσημεριού, που η αφρικανική ζέστη τρέλαινε τον άνθρω- πο υποβάλλοντας παράξενες ιδέες και συναισθήματα. Κά- θε τόσο της έσφιγγε το χέρι, αλλά ήταν ένα σφίξιμο ενθάρ- ρυνσης, σαν να της μεταβίβαζε αποθέματα κουράγιου και δύναμης αυτή τη δύσκολη ώρα. Κι όλο της έλεγε «ça ira,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=