Πάντα ο διάβολος

Π Α Ν Τ Α Ο Δ Ι Α Β Ο Λ Ο Σ 29 Ο Γουίλαρντ γέλασε. «Τι; Λες να με κορόιδεψαν;» «Χα!» έκανε ο γέρος. Άνοιξε το μπουκάλι, ήπιε μια με- γάλη γουλιά και αναρίγησε. «Χριστέ μου, πολύ καλό». «Πιες όσο θες. Έχω άλλα τρία». Ο Γουίλαρντ άνοιξε ένα δεύτερο μπουκάλι και άναψε τσιγάρο. Έβγαλε το χέρι του από το παράθυρο. «Η μάνα μου πώς είναι;» «Οφείλω να ομολογήσω πως όταν έστειλαν το πτώμα του Τζούνιορ Κάρβερ το ’χασε για λίγο. Αλλά τώρα φαίνε- ται αρκετά καλά». Ο Ίρσκελ ήπιε άλλη μια γουλιά κι έπειτα έβαλε το μπουκάλι ανάμεσα στα πόδια του. «Απλώς ανησυ- χούσε για σένα, αυτό είν’ όλο». Ανέβαιναν αργά τους λόφους, καθώς τραβούσαν για το Κόουλ Κρικ. Ο Ίρσκελ ήθελε να ακούσει ιστορίες από τον πόλεμο, αλλά τη μία ώρα της διαδρομής τους ο ανιψιός του μιλούσε μόνο για μια γυναίκα που είχε γνωρίσει στο Οχάιο. Δεν είχε ξανακούσει τον Γουίλαρντ να μιλάει τόσο πολύ στη ζωή του. Ήθελε να τον ρωτήσει αν ήταν αλήθεια πως οι Για- πωνέζοι έτρωγαν τους νεκρούς τους, όπως έλεγε η εφημερί- δα, αλλά σκέφτηκε ότι μπορούσε να τον ρωτήσει κι αργότε- ρα. Άλλωστε, έπρεπε να έχει τον νου του στον δρόμο. Το ουίσκι κατέβαινε υπερβολικά εύκολα και η όρασή του δεν ήταν όπως κάποτε. Η Έμα περίμενε πολύ καιρό τον γιο της να γυρίσει και θα ήταν κρίμα αν τρακάρανε και σκοτώνο- νταν κι οι δύο πριν προλάβει να τον δει. Η σκέψη αυτή έκα- νε τον Ίρσκελ να χασκογελάσει. Μπορεί η αδελφή του να ήταν από τους πιο θεοφοβούμενους ανθρώπους που ήξερε, αλλά ήταν ικανή να τον ακολουθήσει ακόμα και στην Κόλα- ση για να πάρει εκδίκηση.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=