Τα παλιά ασήμια

17 Τ Α Π Α Λ Ι Α Α Σ ΗΜ Ι Α Τραβάει μέσα από την ανυπάκουη τσάντα το…Αλήθεια πώς το ονόμαζε η γιαγιά της; Τραβάει μέσα από την τσάντα το… Και βιβλίο θα μπορούσε να το πει. Το κρατάει λίγο στα χέρια της τρυφερά, χωρίς να το κοιτάζει, χαϊδεύει το πάνινο κιτρινισμένο κάλυμμα. Ύστερα το ξαναβάζει μέσα, στη θέση του. Έχει χρόνο. Θα έχει όσο χρόνο χρειάζεται, αρκεί που το έχει κοντά της. «Είσαι τρελή, παιδί μου;» είχε αγριέψει η φίλη της όταν φτιάχνανε μαζί τη βαλίτσα, γιατί καθόλου δεν την εμπιστευό- ταν πως θα έπαιρνε στο ταξίδι όμορφα ρούχα. Η Ερωφίλη με τα ίδια της τα χέρια είχε βάλει μέσα στη βαλίτσα, παραμερί- ζοντας άτσαλα τις φόρμες που η Έλσα είχε διπλώσει προσε- κτικά, δυο κομψά φορεματάκια και το σατέν μαύρο παντελόνι με το λευκό μεταξωτό πουκάμισο που «την κολάκευαν εξαιρε- τικά». Γελάει. Μετά τον Νίκο τίποτα δεν θεωρεί πως την «κο- λακεύει εξαιρετικά», κι ας πάει να χτυπιέται η φίλη της. Χαϊδεύει και πάλι το πάνινο κάλυμμα. «Είσαι τρελή, παιδί μου, και θα έχεις στην τσάντα σου ολόκληρο τόμο; Θα σου φύγει ο ώμος και δεν θέλει και πολύ έτσι όπως έχεις καταντήσει!» την είχε μαλώσει όταν εκείνη της διευκρίνισε πως το… το βιβλίο αυτό τέλος πάντων θα το είχε μαζί της, θα το έπαιρνε πάνω στο αεροπλάνο, μέσα στην τσάντα της γιατί με τίποτα στον κόσμο δεν θα διακιν- δύνευε να το χάσει βάζοντάς το μέσα στην αποσκευή. Αν ήταν γραφτό να χαθεί –ο φόβος του αεροπλάνου την προε- τοίμαζε πριν από κάθε ταξίδι και για το τέλος, εκτός των άλλων…–, θα χανόταν και το ημερολόγιο μαζί της. Έτσι κι αλλιώς, απόγονοι άλλοι δεν υπήρχαν.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=