Το παιδί από τη Γερμανία
[ 12 ] ρικανικά μπαούλα». Πήγε και κάθισε στο πάτωμα δίπλα στο σε ντούκι. Έβαλε το χέρι της πάνω του. Αφού πήρε μια βαθιά ανάσα έπιασε το καπάκι και το σήκωσε. Της ήρθε μια μπαγιατίλα που την έκανε να ζαρώσει τη μύτη της. Αναρωτήθηκε τι να ήταν αυτό που προκαλούσε εκείνη την ιδιαίτερη, ταγκιασμένη μυρωδιά. Μούχλα, πιθανώς, σκέφτηκε και ένιωσε μεμιάς φαγούρα στις ρίζες των μαλ λιών της. Θυμόταν ακόμη τι είχε νιώσει όταν μαζί με τον Πάτρικ είχαν βρει το σεντούκι και έψαξαν το περιεχόμενό του. Θυμόταν ακόμη ότι είχε βγάλει τα πράγματα το ένα μετά το άλλο. Ζωγραφιές που είχαν κάνει αυτή και η Άννα όταν ήταν μικρές. Κατασκευές από το μάθημα της χειροτεχνίας. Όλα φυλαγμένα από τη μητέρα τους την Έλσι, από τη μητέρα που έδινε την εντύπωση ότι δεν ενδιαφερόταν καθόλου όταν της πήγαιναν τα πράγματα που είχαν φτιάξει με τό σο κόπο. Η Ερίκα έκανε το ίδιο και τώρα, έβγαζε ένα προς ένα τα αντικεί μενα και τα τοποθετούσε στο πάτωμα δίπλα της. Αυτό που ήθελε βρισκόταν στον πάτο του σεντουκιού. Έπιασε προσεκτικά το κομ μάτι υφάσματος. Επιτέλους το κρατούσε ξανά στα χέρια της. Το μικρό ζιπούνι ήταν κάποτε λευκό, αλλά σηκώνοντάς το στο φως έβλεπε ότι είχε κιτρινίσει από τα χρόνια. Εκείνο όμως από το οποίο δεν μπορούσε να ξεκολλήσει το βλέμμα της ήταν οι καφετιοί λεκέ δες. Αρχικά τους είχε περάσει για σκουριά, αλλά μετά είχε αντιλη φθεί πως ήταν μάλλον ξεραμένο αίμα. Υπήρχε κάτι σπαρακτικό στο παιδικό ρουχαλάκι με τους λεκέδες αίματος. Πώς είχε βρεθεί το ζιπουνάκι στη σοφίτα; Σε ποιον ανήκε; Και γιατί το είχε φυλάξει η μητέρα της; Η Ερίκα το άφησε προσεκτικά δίπλα της. Όταν εκείνη και ο Πά
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=