Το παιδί από τη Γερμανία

[ 11 ] το πώς είχε συμπεριφερθεί στις κόρες της− δεν ήταν ιδιαίτερα θε­ τική. Αλλά ήταν δική της, η καταδική της εικόνα. Και την ένιωθε πολύ οικεία, μια εικόνα που είχε αντέξει στον χρόνο, σαν μια ακλό­ νητη αλήθεια στην οποία μπορούσε να βασίζεται. Ίσως να επιβε­ βαιωνόταν. Ίσως μάλιστα να ενισχυόταν. Αλλά τι θα γινόταν αν υπονομευόταν; Τι θα συνέβαινε αν η Ερίκα αναγκαζόταν να αποδε­ χτεί μια εντελώς καινούργια πραγματικότητα; Μέχρι τώρα, πάντως, δεν είχε βρει το κουράγιο να κάνει αυτό το βήμα. Η Ερίκα πάτησε στο πρώτο σκαλοπάτι. Από το καθιστικό στο ισόγειο άκουσε τα χαρούμενα γέλια της Μάγια, καθώς ο Πάτρικ έπαιζε μαζί της. Οι ήχοι αυτοί της πρόσφεραν ασφάλεια, πράγμα που την έκανε να βάλει και το άλλο πόδι στη σκάλα. Πέντε σκαλο­ πάτια ακόμα και θα έφτανε. Η σκόνη στροβιλίστηκε στον αέρα όταν η Ερίκα σήκωσε το πορτάκι και πάτησε επιτέλους στο δάπεδο της σοφίτας. Αυτή και ο Πάτρικ είχαν συζητήσει την προοπτική να διαμορφώσουν κατάλ­ ληλα τη σοφίτα κάποια στιγμή στο μέλλον, δημιουργώντας ίσως έναν βολικό χώρο για τηΜάγια, για όταν θα μεγάλωνε και θα ήθελε να μένει μόνη κάποιες φορές. Προς το παρόν πάντως η σοφίτα λει­ τουργούσε απλώς ως αποθηκευτικός χώρος, με πλατιές σανίδες στο πάτωμα και επικλινή οροφή με γυμνά δοκάρια. Ήταν μισογε­ μάτη με παλιατζούρες. Χριστουγεννιάτικα στολίδια, μωρουδιακά ρούχα της Μάγια που δεν της έμπαιναν πια, διάφορες κούτες γεμά­ τες πράγματα που δεν ταίριαζαν στο γούστο τους, αλλά που είχαν μεγάλη οικονομική ή συναισθηματική αξία για να πεταχτούν. Το σεντούκι ήταν στο βάθος, στη στενή πλευρά του χώρου. Πα­ λαιού τύπου, από ξύλο, με μεταλλικά ενθέματα. Η Ερίκα είχε την εντύπωση ότι αυτού του είδους τα σεντούκια αποκαλούνταν «αμε

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=