Το παιδί από τη Γερμανία
[ 35 ] ξέχνα το» έκανε ο Μάρτιν απολογητικά, αλλά δεν μπόρεσε να μην προσθέσει: «Σύντομα θα καταλάβεις». Η Πάουλα φαινόταν ακόμη μπερδεμένη, αλλά δεν το συνέχισε. Σιγά σιγά θα καταλάβαινε τη δυναμική του χώρου εργασίας της. Η Ερίκα αναστέναξε. Τώρα στο σπίτι επικρατούσε ησυχία. Ίσως υπερβολική ησυχία. Εδώ και έναν χρόνο είχε διαρκώς τ’ αυτιά της τεντωμένα, ώστε να πιάνει το παραμικρό κλαψούρισμα ή την επό μενη κραυγή. Αλλά τώρα το σπίτι ήταν εντελώς σιωπηλό. Ο κέρσο ρας τρεμόπαιζε στην πρώτη αράδα του αρχείουWord. Εδώκαι μισή ώρα δεν είχε γράψει ούτε μία λέξη. Στο μυαλό της επικρατούσε απόλυτη ακινησία. Είχε ξεφυλλίσει τις σημειώσεις της και τα άρθρα που είχε φωτοτυπήσει το καλοκαίρι. Έπειτα από πολλές προσπά θειες μέσω αλληλογραφίας είχε καταφέρει να κλείσει ραντεβού με την πρωταγωνίστρια της υπόθεσης, τη δολοφόνο, αλλά αυτό θα γι νόταν σε τρεις εβδομάδες. Έτσι, προς το παρόν έπρεπε να αρκεστεί στο υλικό που είχε στα χέρια της. Το πρόβλημα ήταν ότι δεν ήξερε πώς να αρχίσει. Οι λέξεις δεν έλεγαν να της κάνουν το χατίρι και να εμφανιστούν. Άρχισε να αμφιβάλλει για το αν θα μπορούσε να γρά ψει κάτι. Ήταν εκείνη η αμφιβολία που έχει μονίμως κάθε συγγρα φέας. Είχε στερέψει από ιδέες, από λέξεις; Μήπως είχε ήδη γράψει την τελευταία της φράση; Μήπως είχε ξοφλήσει ως συγγραφέας; Δεν υπήρχαν άλλα βιβλία μέσα της; Η λογική τής έλεγε ότι σχεδόν πάντα έτσι ένιωθε όταν άρχιζε ένα καινούργιο βιβλίο, αλλά αυτό δεν τη βοηθούσε. Ήταν σαν βασανιστήριο, μια διαδικασία την οποία περνούσε κάθε φορά. Ήταν σχεδόν σαν να γεννούσε. Αλλά σήμερα ένιωθε ιδιαίτερα αργοκίνητη. Έβαλε αφηρημένα στο στόμα
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=