Το παιδί από τη Γερμανία

[ 34 ] σχισε ορμητικά τον διάδρομο ενώφώναζε σε όλους και σε κανέναν ταυτόχρονα: «Πήραμε ειδοποίηση για ένα πτώμα». Τρία κεφάλια εμφανίστηκαν από ισάριθμες πόρτες: ένα κόκκι­ νο, του Μάρτιν Μολίν, ένα γκρίζο, του Γιέστα Φλίγκαρε, και ένα κο­ ρακίσιο, της Πάουλα Μοράλες. «Ένα πτώμα;» είπε ο Μάρτιν και βγήκε στον διάδρομο πρώτος απ’ όλους. Ακόμα και η Άνικα ερχόταν τώρα από τον χώρο υπο­ δοχής. «Ένα αγόρι, ένας έφηβος, τηλεφώνησε μόλις τώρα και το ανέ­ φερε. Απ’ ό,τι φαίνεται, αυτός και ο κολλητός του μπήκαν κρυφά σε ένα σπίτι ανάμεσα στη Φιελμπάκα και στο Χαμπουργσούντ. Και μέ­ σα βρήκαν ένα πτώμα». «Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού;» ρώτησε ο Γιέστα. Ο Μέλμπεργ ανασήκωσε τους ώμους. «Δεν γνωρίζω περισσό­ τερα. Είπα στα παιδιά να μείνουν εκεί και να μας περιμένουν. Πάμε αμέσως. Μάρτιν, εσύ και η Πάουλα παίρνετε το ένα αυτοκίνητο, εγώ και ο Γιέστα το άλλο». «Μήπως πρέπει να τηλεφωνήσουμε στον Πάτρικ;» ρώτησε κά­ πως διστακτικά ο Γιέστα. «Ποιος είναι ο Πάτρικ;» ρώτησε η Πάουλα κοιτάζοντας μια τον Γιέστα και μια τον Μέλμπεργ. «Ο Πάτρικ Χέντστρεμ» διευκρίνισε ο Μάρτιν. «Δουλεύει κι αυ­ τός εδώ, αλλά έχει άδεια πατρότητας από σήμερα». «Τι διάολο να τον κάνουμε τον Χέντστρεμ;» είπε ο Μέλμπεργ και ρουθούνισε προσβεβλημένος. «Είμαι εγώ εδώ» πρόσθεσε με πομπώδες ύφος και ξεκίνησε για το πάρκινγκ. «Ζήτω!» μουρμούρισε ο Μάρτιν όταν ο Μέλμπεργ απομακρύν­ θηκε, και η Πάουλα σήκωσε ερωτηματικά το ένα φρύδι. «Τίποτα,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=