Το παιδί από τη Γερμανία
[ 29 ] ΟΜατίας κρατήθηκε από το περβάζι του παραθύρου και κατά φερε να σκαρφαλώσει. Έβαλε στο περβάζι το ένα πόδι και μετά το άλλο. Ζάρωσε τη μύτη του. Γαμώτο, βρομούσε εκεί μέσα. Βρομού σε πολύ. Παραμέρισε την κουρτίνα και προσπάθησε να δει μέσα στο δωμάτιο μισοκλείνοντας τα μάτια. Φαινόταν σαν βιβλιοθήκη, αλλά όλες οι κουρτίνες ήταν κλειστές με αποτέλεσμα να επικρατεί μισοσκόταδο. «Ρε συ, μυρίζει σκατά εδώ μέσα». Στράφηκε προς τον Άνταμ κρατώντας τη μύτη του. «Χέσ’ το τότε» είπε ο Άνταμ, με μια λάμψη ελπίδας στα μάτια. «Όχι, ρε γαμώτο. Αφού μπήκαμε. Τώρα αρχίζουν τα ωραία! Έλα, πιάσε το χέρι μου». Άφησε τη μύτη του και πιάστηκε από το περβάζι, καθώς τέντω νε το δεξί του χέρι προς τον Άνταμ. «Θα μπορέσεις να με τραβήξεις;» «Και βέβαια θα μπορέσω, γαμώτο. Έλα τώρα, άσε τις κουβέ ντες». Ο Άνταμ έπιασε το χέρι του και εκείνος τον τράβηξε με όλη του τη δύναμη. Για λίγο το εγχείρημά τους φαινόταν αδύνατο, αλλά τελικά ο Άνταμ πιάστηκε από το περβάζι και ο Ματίας πήδηξε στο πάτωμα για να του κάνει χώρο. Με το που πάτησε στο δωμάτιο ακούστηκε ένα παράξενο τρίξιμο κάτω από τα πόδια του. Κοίταξε το πάτωμα. Κάτι υπήρχε εκεί, αλλά στο μισοσκόταδο δεν μπορού σε να δει τι ήταν. Πιθανόν τίποτα ξερά φύλλα. «Τι διάολο;» είπε ο Άνταμ όταν πήδηξε κι αυτός στο πάτωμα, αλλά ούτε εκείνος κατάφερε να αναγνωρίσει τι έτριζε έτσι. «Σκατά, τι βρομάει έτσι, γαμώτο;» είπε και φαινόταν ότι θα πάθει ασφυξία από τη δυσωδία. «Αυτό σου έλεγα» έκανε χαρούμενος ο Ματίας. Η όσφρησή του
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=