Το παιδί από τη Γερμανία
[ 28 ] Έτρεφε την κρυφή ελπίδα πως δεν θα κατάφερναν να μπουν στο σπίτι. «Χρειαζόμαστε κάτι για να σπρώξουμε λίγο το παράθυρο». Ο Ματίας έριξε μια διερευνητική ματιά τριγύρω. Ένας γάντζος παρα θύρου που είχε πέσει στο έδαφος τους πρόσφερε τη λύση. «Εντάξει, για να δούμε τώρα». Με χειρουργική ακρίβεια ο Μα τίας κατάφερε να σηκώσει τον γάντζο ψηλά πάνω από το κεφάλι του και να τον ακουμπήσει στη μια άκρη του παραθύρου. Το έσπρωξε, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Το παράθυρο παρέμεινε ακί νητο. «Γαμώτο, πρέπει να τα καταφέρω». Με τη γλώσσα έξω προ σπάθησε ξανά. Ήταν πολύ δύσκολο να κρατάει το σίδερο πάνω από το κεφάλι του και ταυτόχρονα να βάζει δύναμη για να το σπρώξει. Άρχισε να ασθμαίνει. Τελικά κατάφερε να χώσει τον γά ντζο κάνα εκατοστό ακόμη. «Θα καταλάβουν ότι κάποιος διέρρηξε το σπίτι!» διαμαρτυρή θηκε αδύναμα ο Άνταμ, αλλά οΜατίας δεν φαινόταν να τον ακούει. «Τώρα θα ανοίξει το γαμημένο το παράθυρο!» Με τον ιδρώτα να τρέχει από τους κροτάφους του, έκανε άλλη μια προσπάθεια, και το παράθυρο άνοιξε. «Γες!» Ο Ματίας έσφιξε θριαμβευτικά τη γροθιά του και μετά στράφηκε ξαναμμένος προς τον Άνταμ. «Βοήθησέ με ν’ ανέβω». «Ίσως υπάρχει κάτι ν’ ανέβουμε, μια σκάλα ή...» «Ξεκόλλα που να πάρει ο διάολος, σπρώξε με ν’ ανέβω και μετά θα σε τραβήξω». Ο Άνταμ στάθηκε δίπλα στον τοίχο και έπλεξε τα χέρια του για να πατήσει ο Ματίας. Έκανε έναν μορφασμό καθώς το παπούτσι του Ματίας χώθηκε στις παλάμες του, ωστόσο αγνόησε τον πόνο και σήκωσε ψηλά τον φίλο του.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=