Ο ξένος

20 H A R L A N C O B E N ρωμένος δημόσιος συνήγορος υπεράσπισης, είχε βρεθεί να δου- λεύει σε απαλλοτριώσεις προκειμένου να πληρώσει το κόστος του ονείρου. Και αναρωτιόταν κατά πόσο άξιζε τον κόπο. «Κι αν μετά ο Λόγκαν πρέπει να πληρώσει το τίμημα;» «Ποιος είπε ότι η ζωή είναι δίκαιη; Εγώ, να φανταστείς, είχα κάτι πελάτες από μια μεγάλη αυτοκινητοβιομηχανία. Ξέ- ρεις ποια λέω. Και φαντάζομαι ότι διάβασες πρόσφατα πώς κουκούλωσαν ένα πρόβλημα με το τιμόνι των αυτοκινήτων. Ένα σωρό κόσμος είχε ατυχήματα, άνθρωποι σκοτώθηκαν. Οι δε τύποι απ’ την αυτοκινητοβιομηχανία, συμπαθέστατοι. Κα- νονικοί άνθρωποι. Πώς λοιπόν το επιτρέπουν να συμβεί; Πώς βάζουν κάτω τα νούμερα και για μια μαλακία στη σχέση κό- στους κέρδους αφήνουν κόσμο να πεθάνει;» Ο Άνταμ είχε καταλάβει πού το πήγαινε ο Τριπ, αλλά του άρεσε γενικά να τον ακούει να μιλάει. «Μήπως επειδή είναι διεφθαρμένα καθοίκια;» Ο Τριπ συνοφρυώθηκε. «Ξέρεις ότι αυτό δεν ισχύει. Είναι όπως οι υπάλληλοι της καπνοβιομηχανίας. Είναι κι αυτοί μοχθηρά κτήνη; Όλοι τους; Ή πάρε τους θρήσκους που καλύπτουν κατά καιρούς τα σκάνδαλα στην εκκλησία, ή αυτούς που μολύνουν τα ποτάμια. Είναι όλοι ανεξαιρέτως διεφθαρμένα καθοίκια; Ε, Άνταμ;» Αυτός ήταν ο Τριπ: μπαμπάς των προαστίων και φιλόσοφος. «Εσύ να μου πεις». «Όλα είναι ζήτημα οπτικής, Άνταμ» είπε ο Τριπ και του χαμογέλασε. Έπειτα έβγαλε το καπέλο του, ίσιωσε τα αραιά του μαλλιά και το ξαναφόρεσε. «Οι άνθρωποι ποτέ δεν βλέπουμε καθαρά. Πάντα είμαστε προκατειλημμένοι. Και πάντα προστα- τεύουμε τα προσωπικά μας συμφέροντα». «Ένα πράγμα προσέχω σ’ όλα αυτά τα παραδείγματα…» είπε ο Άνταμ. «Τι;» «Το χρήμα».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=