Ο Τόπος των Πιστών (Pocket)

[ 29 ] νουν εκεί κάθε Παρασκευή βράδυ για να τη δουν. Η μαμά λέει ότι κάπου έχει το τηλέφωνο, αλλά…» «Τηλεφώνησες στη Φρουρά;» «Μόνο σ’ εσένα, αλήθεια». «Ποιος άλλος ξέρει γι’ αυτό;» «Οι μάστορες μόνο. Κάτι νεαροί Πολωνοί είναι. Όταν τέλειωσαν τη δουλειά που είχαν να κάνουν εκείνη τη μέρα, πήγαν στον Αριθμό 15 να ρωτήσουν αν ήξεραν κάποιον που έψαχνε τη βαλίτσα του για να του την επιστρέψουν, όμως στον Αριθμό 15 μένουν φοιτητές τώρα, οπότε έστειλαν τους τύπους από την Πολωνία στη μαμά και στον μπαμπά». «Και η μαμά δεν το είπε σ’ όλη τη γειτονιά; Είσαι βέβαιη;» «Ο Τόπος των Πιστών δεν είναι όπως τον θυμάσαι. Τώρα πια οι μισοί κάτοικοι είναι φοιτητές και γιάπηδες· ούτε τα ονόματά τους δεν ξέρουμε. Οι Κάλεν εξακολουθούν να μένουν εδώ, το ίδιο κι οι Νόλαν, καθώς και κάποιοι από τους Χερν, αλλά η μαμά δεν ήθελε να τουςπει τίποταώσπουναμιλήσει με τουςΝτέιλι. Δενθαήτανσωστό». «Ωραία. Και πού είναι η βαλίτσα τώρα;» «Στο καθιστικό. Μήπως οι μάστορες δεν έπρεπε να τη μετακινή­ σουν; Έπρεπε να συνεχίσουν τη δουλειά τους…» «Μια χαρά. Μην την ακουμπήσεις άλλο, εκτός κι αν είναι απολύ­ τως απαραίτητο. Έρχομαι εκεί όσο πιο γρήγορα μπορώ». Για λίγα δευτερόλεπτα σιωπή. Κι ύστερα: «Φράνσις. Δεν θέλω να βάλω με τον νου μου τίποτα τρομερό, Θεός φυλάξοι, μήπως όμως αυτό πάει να πει ότι η Ρόζι…». «Δεν μπορούμε να ξέρουμε τίποτα ακόμη» απάντησα. «Απλώς, μην το κουνήσεις αποκεί, μη μιλήσεις σε κανέναν και περίμενέ με». Έκλεισα το τηλέφωνο κι έριξα μια γρήγορη ματιά πίσω μου στο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=