Ο θάνατος του Οδυσσέα

O Θ Α Ν Α Τ Ο Σ Τ Ο Υ Ο Δ Υ Σ Σ Ε Α 13 κού, που ο θείος του είχε τάξει πως θα του κληρονομήσει όταν έρθει η ώρα του. Τον Πετεινό δεν τον ένοιαζε το σκάφος μήτε και η θάλασσα, και είχε σκεφτεί πολλές φορές πως, μόλις τα κακάρωνε ο θείος, θα πούλαγε το σκάφος την ακριβώς επόμενη μέρα και θα αγό- ραζε ένα γρήγορο αμάξι από αυτά που τόσο γούσταρε, ίσως μια κόκκινη Ferrari F430, μπορεί μια κίτρινη συλλεκτική Lamborghini Diablo ή, ακόμα καλύτερα, ένα ολοκαίνουργιο αμερικάνικο κατάμαυρο Mustang GT, και δεν θα ξαναπάταγε ούτε σε θάλασσα ούτε σε λιμάνι. Αυτή την αγάπη για τα γρήγορα αυτοκίνητα είχε χρησιμο- ποιήσει ο θείος για να τον φέρει κοντά του, και το μπλε Punto GT ήταν το πιο τραγανό καρότο που ο Πετεινός είχε βρει να δαγκώσει από τα λιπόσαρκα χέρια του άντρα που τώρα ζητού- σε για δεύτερη φορά από τον Άρη να του αφηγηθεί το σχέδιο με κάθε λεπτομέρεια. Ο Άρης άρχισε να ιδρώνει, ξεκούμπωσε το άνορακ που είχε σφραγίσει μέχρι τον λαιμό και προσπάθησε για ακόμα μία φορά να απομνημονεύσει τις οδούς διαφυγής που είχε σχεδιά- σει ο Θείος –είχε ζητήσει από όλους για λόγους ισότητας να τον αποκαλούν θείο– κωδικοποιώντας την έξοδο με κάθε λεπτομέ- ρεια: Αριστερά εκκλησία Άγιος Προφήτης. Εξακόσια μέτρα, δεξιά στο σκοπευτήριο, Μικρό Δρακάκι στην τρίτη στροφή… Ο Άρης μπέρδεψε τη διαδρομή. Η μπίρα τον είχε ζαλίσει. «Μεγάλο Δρακάκι πριν την Έξοδο Γιασεμιού… Όχι, όχι. Μετά αριστερά, μετά το Μεγάλο Δρακάκι, μετά στην Έξοδο των Γιασεμιών… Όχι…» κόμπιασε, έκανε πως σκέφτεται. «Στον Βάλτο, ρε μαλάκα. Εκατό φορές τα έχουμε πει» δεν άντεξε και πετάχτηκε ο Πετεινός. Γύρισε προς το μέρος της Μάγδας χασκογελώντας, και όταν ξαναγύρισε συνάντησε μπρο- στά του την παλάμη του Θείου. Ένα πνιχτό γελάκι δραπέτευσε από το στόμα της Μάγδας και τα μπλε της μάτια καθρέφτισαν την ντροπή που ένιωσε ο άντρας με το κοκκινισμένο μάγουλο.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=