Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές

11 «Kαθαρός αέρας. Είναι ωραίος ο καθαρός αέρας. Όχι όπως η ομίχλη στο Λος Άντζελες. Δεν έχει καθόλου ομίχλη. Eδώ όλο τον καιρό είναι ωραία και καθαρά». «Θα πρέπει να είναι όμορφα το βράδυ. Το μυρί­ ζομαι». «Κοιμάσαι ωραία. Ξέρεις από αυτοκίνητα; Να τα φτιάχνεις;» «Bέβαια. Γεννημένος μηχανικός». Μου είπε και άλλα για τον αέρα, για το πόσο γερός ήταν από τότε που αγόρασε αυτό το μαγαζί και ότι δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί του είχε φύγει ο βοηθός του. Εγώ μπορούσα να καταλάβω γιατί, αλλά συνέχιζα να τρώω. «Λοιπόν; Νομίζεις ότι θα σ’ αρέσει εδώ;» Είχα κιόλας τελειώσει τον καφέ μου και άναβα το πούρο που μου είχε δώσει. «Θα σου πω πώς έχει το πράγμα. Έχω κάνα δυο άλλες προτάσεις, αυτό είναι το πρόβλημά μου. Αλλά θα το σκεφτώ. Σίγουρα θα το σκεφτώ». Τότε την είδα. Ήταν πίσω, στην κουζίνα, αλλά βγήκε για να μαζέψει τα πιάτα μου. Aν εξαιρέσεις το γεγονός ότι είχε εντυπωσιακό σώμα, δεν ήταν ιδιαίτερα όμορ­ φη, αλλά είχε ένα κατσούφικο ύφος και τα πεταχτά χείλη της με προκαλούσαν να τα δαγκώσω. «Η γυναίκα μου».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=