Ο στοιχειωμένος πύργος (Ο μικρός δράκος Καρύδας)

12 δεν ακούνε το παραμικρό. Περίεργο. Στο δάσος πάντα κάτι σέρνεται, κάτι κινείται, κάτι θροΐζει ή σαλεύει. Από το πρωί ως το βράδυ. Σε λίγο νυχτώνει. Και μέσα στην ησυχία, απ’ το πουθενά, κάτι ακούγεται δίπλα τους. Οι δυο φίλοι ξαφνιάζονται. Στο λιγοστό φως του φεγγαριού βλέπουν μια οικογένεια ποντικών να περνούν βια­ στικά. «Ε!» φωνάζει ο Καρύδας. «Πού τρέχετε;» «Φεύγουμε, πριν χτυπήσουν μεσάνυχτα εδώ πέρα» αποκρίνεται ο μπαμπάς ποντικός. Και χάνεται μαζί με την οικογένειά του μέσα στο σκοτάδι του δάσους. «Πφφφ! Μεσάνυχτα!» κοροϊδεύει ο Καρύδας. «Τι θα γίνει, δηλαδή, τα μεσάνυχτα;» ΗΜατίλντα κοιτάζει τριγύρω. Ξάφνου την πιά­ νει φόβος. «Ίσως θα ’πρεπε να φύγουμε κι εμείς. Ίσως κάτι ξέρουν τα ποντίκια και τρέχουν. Μπο­ ρεί κάτι να τα κυνηγάει». Τη στιγμή εκείνη σηκώνεται δυνατός αέρας. Ο Καρύδας υψώνει το βλέμμα του στον σκοτεινό ουρανό. «Έρχεται μπόρα» λέει. «Καλύτερα να βρούμε κάπου να περάσουμε τη νύχτα». Τα κλαδιά των δέντρων σαλεύουν άγρια έτσι

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=