Ο σέντερ φορ δολοφονήθηλε το σούρουπο

M A N U E L V Á Z Q U E Z M O N T A L B Á N 10 Σάντα Κολόμα. Σαν να μου φαίνεται ότι εσύ έμαθες το επάγ- γελμα στις καλές γειτονιές, στο Πεδράλμπες». Το κορίτσι ήταν πάλι εκεί – Μάρτα την έλεγαν. Είχε προ- σπαθήσει να χτενίσει τα άλουστα μαλλιά της, είχε βάλει κραγιόν στα χείλη της και ρίμελ σε κάτι μάτια που έτσι περνούσαν στην κατηγορία των άγριων μαυροφορεμένων αστεριών. Τη λυπόταν, γιατί ήταν πολύ κολλημένη με την πρέζα, ενώ όλο και από κά- ποια γωνία θα την παραφύλαγε κανένας νταβατζής του κώλου, πιο λιώμα κι από κείνη. Η κοπέλα σήκωνε πού και πού το κε- φάλι της προς το μπαλκόνι της πανσιόν «Κόντσι», παριστάνο- ντας ότι τάχα της τραβούσε την προσοχή το άναψε-σβήσε της φωτεινής επιγραφής, αλλά και για να παρακολουθεί τη δόνια Κόντσα, που ήταν ακουμπισμένη στα κάγκελα. Έπειτα θα ανέ- βαινε να φάει ένα σάντουιτς με σαρδέλες ή μορταντέλα και να πιει τον δυνατό καφέ με γάλα που της πρόσφερε πάντα η δόνια Κόντσα. «Ένα μεζέ κι ένα καφεδάκι, όποτε θέλεις. Από το σπίτι μου δεν λείπει ποτέ ούτε ο μεζές ούτε το καφεδάκι για κανέναν όταν χρειάζεται ένα μεζέ κι ένα καφεδάκι. Κουσούρια όμως δεν χωράνε». Το λυπόταν εκείνο το κορίτσι, τόσο διαβασμένο και τόσο κακοπαθημένο, που έπιανε κουβέντα στα αγγλικά με τους ξε- στρατισμένους ναυτικούς και που την είχε πλακώσει στις σφα- λιάρες ένας μεθυσμένος νταγλαράς, επειδή σκέφτηκε πως τον είχε πάρει στο ψιλό όταν του είπε: «Κύριε, θα νιώθατε άραγε κάποια νοσηρή περιέργεια να χαϊδέψετε δυο μικρά στήθη που καταλήγουν σε θηλές μενεξε- δένιες, σαν κι αυτά των άγουρων πρωταγωνιστριών στα μυθι- στορήματα της δεκαετίας του πενήντα;» Κι ο τύπος της έριξε δυο σφαλιάρες. Κι έπειτα τέσσερις. Κι έγιναν έξι. Και πετάχτηκε ο ρουφιανάκος της από την κόγχη

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=