Ο πολύγραφος ή Το καλοκαίρι των ηρώων

ΜΑΡΙΑ ΣΚΑΜΑΓΚΑ 8 | ρίες του χωριού, ιστορίες απ’ όταν ήταν εκείνη μι- κρή. Πιο σπάνια, μου ’λεγε ιστορίες απ’ τον πόλεμο. Εκείνο το καλοκαίρι ήμουν δέκα χρονών. Στο δι- πλανό σπίτι, που ήταν κλειστό όσο το θυμόμουν, είχε εμφανιστεί ένα αγόρι σαν κι εμένα. Στα δέκα, Αθηναίος, που σκαρφιζόταν ιστορίες και μιλούσε μόνος του στην άκρη του δρόμου πλάι στο παρατη- μένο του ποδήλατο. Ο Λεωνίδας από το Μαρούσι. Οι γονείς του είχαν αγοράσει το παλιό σπίτι της Βαγ- γελιώς κι εκείνο το καλοκαίρι είχαν έρθει να το φτιά- ξουν. Θα έμεναν εκεί τον χειμώνα. Είχαν περάσει κάμποσα καλοκαίρια ως κατασκηνωτές στα ποτάμια και στις παραλίες του νησιού και είχαν αρχίσει κά- ποτε να οργώνουν τα χωριά του, ψάχνοντας μια στέγη για να δέσουν μόνιμα τη ζωή τους με τον τόπο μας. Πριν τον πετύχω στον δρόμο προς τον Αϊ-Γιάννη, τον είχα κατασκοπεύσει δυο τρεις φορές από το παραθυράκι που ’ταν πάνω απ’ το κρεβάτι μου· τα πρωινά που καθόμουν στη δροσιά του σπι- τιού να διαβάσω ή τα μεσημέρια που το ’σκαγα και τριγύριζα στην αυλή όσο η γιαγιά μου κοιμόταν. Σπάνιζαν, βλέπεις, τα παιδιά σε κείνη την απομο- νωμένη πλαγιά κι η παρουσία του γεννούσε μέσα μου έναν διστακτικό ενθουσιασμό, μια αναπάντεχη χαρά που δεν ήξερα ακόμη αν θα γινόταν δική μου.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=