Ο πόλεμος των κουμπιών

16 Βάλθηκαν να μουγκρίζουν σαν μοσχάρια, να μας πε- τούν πέτρες και να μας δείχνουν τα ξύλα που κρατού- σαν. Και τι δεν ξεστόμισαν! Μας είπαν ηλίθιους, κου- φιοκέφαλους, κλέφτες, γουρούνια, βρομιάρηδες, ψοφίμια, σκατιάρηδες, πορδοβουλώματα… – Πορδοβουλώματα; επανέλαβε ο Λεμπράκ, ζα- ρώνοντας το μέτωπό του. Κι εσείς τι τους είπατε; – Ε, όταν τ’ ακούσαμε κι αυτό… εγώ κι ο Μικρός το βάλαμε στα πόδια, γιατί όπως και να ’χει ήταν περισσότεροι, καμιά δεκαπενταριά, και θα μας έκα- ναν τ’ αλατιού. – Σας είπαν πορδοβουλώματα;! ούρλιαξε ο Τσί- χλας, συγκλονισμένος, πληγωμένος αλλά και εξα- γριωμένος με αυτή τη βρισιά που, φυσικά, απευθυ- νόταν σε όλους. Γιατί ένα ήταν βέβαιο: οι αδελφοί Ζιμπί είχαν δεχτεί επίθεση και φριχτές προσβολές απλά και μόνο επειδή ήταν μέλη της κοινότητας και του σχολείου του Λονγκβέρν. – Λοιπόν, σας το λέω μια κι έξω, είπε οΜεγάλος, παίρνοντας ξανά τον λόγο, αν δε θέλουμε να μας λένε κουφιοκέφαλους, τιποτένιους και δειλούς, τότε πρέπει να τους δείξουμε ποιος είναι το πορδοβού- λωμα εδώ πέρα. – Ναι, αλλά να ρωτήσω κάτι πρώτα; Τι στην ευ- χή σημαίνει πορδοβούλωμα; είπε ο Ατσίδας. Ο Κρικ απέμεινε σκεφτικός. –Πορδοβούλωμα…Καλά, εντάξει, ξέρουμε καλά

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=