Ο Παριζιάνος

17 1 Υπήρχε άλλος ένας Άραβας πάνω στο καράβι για Μασσαλία. Τον έλεγαν Φαρούκ αλ-Αζμέχ και την επομένη που σάλπαραν από Αλεξάνδρεια πλησίασε τον Μιντχάτ στο πρόγευμα, κρατώντας στο ένα χέρι ένα πιάτο με φρυγανισμένο ψωμί και στο άλλο ένα κο- μπολόι με χάντρες από κεχριμπάρι. Κάθισε, έφτιαξε τα μανικέτια του πουκαμίσου του και άρχισε να εξηγεί, χωρίς να συστηθεί, πως επέστρεφε από τη Δαμασκό για να αναλάβει ξανά τη διδασκαλική του θέση στο τμήμα γλωσσών της Σορβόνης. Είχε αφήσει το Πα- ρίσι με το ξέσπασμα του πολέμου, όμως μετά το Θαύμα του Μάρ- νη * αποφάσισε να επιστρέψει. Είχε γκρίζα μάτια κι ένα κάπως ορθογώνιο κεφάλι. « Μπαρίς ». Αναστέναξε. «Στο Παρίσι, εκεί βρίσκεται η ζωή μου». Για τον νεαρό Μιντχάτ Καμάλ αυτή η δήλωση ήταν ιδιαίτερα υπαινικτική. Στη φαντασία του, μια σειρά από λάμπες φώτιζαν άπλετα μια αίθουσα χορού γεμάτη γυναίκες. Κοίταξε πιο προσε- κτικά τα ρούχα του Φαρούκ. Φορούσε γαλάζιο κοστούμι με ασορ- τί γιλέκο και σκούρα μπλε γραβάτα με μια ασημένια καρφίτσα σε σχήμα πουλιού. Ένα μπαστούνι από κάποιου είδους σκούρο άβα- φο ξύλο ήταν ακουμπισμένο στο τραπέζι. «Πρόκειται να σπουδάσω ιατρική» είπε ο Μιντχάτ. «Στο Πανε- πιστήμιο του Μονπελιέ». * Ή αλλιώς γνωστή ως Πρώτη Μάχη του Μάρνη. Πραγματοποιήθηκε μετα- ξύ 5 και 12 Σεπτεμβρίου 1914 και ανέκοψε την προέλαση του γερμανικού στρατού προς το Παρίσι.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=