Ο Παριζιάνος

I S A B E L L A H A M M A D 24 εκείνος, με τέλεια γαλλικά, την καθοδήγησε για το Χαράμ ας- Σαρίφ, το Όρος του Ναού. Κάποιος περαστικός, συνήθως κάποιο σπουδαίο πρόσωπο από τη Ναμπλούς, ανέφερε το περιστατικό, κάνοντας τον Μιντχάτ διάσημο, ως άντρα μεγάλης ευγένειας και γλωσσικών δεξιοτήτων. Στη δεύτερη φαντασίωση τραγουδούσε ένα νταλ’όνα * – « για ταγιαράιν τάιρουν φι αλ-σαμά αλ-άλαι . Σαλίμ αλ- χάλου αλ-αζίζ αλ-γάλι »– ** προκαλώντας δέος σε τέτοιο σημείο, ώστε να ξεσπούν σε κλάματα όσοι περνούσαν κάτω από το παράθυρό του και τον άκουγαν να θρηνεί για την απόσταση ανάμεσα σ’ αυ- τόν και τη φανταστική του αγάπη. Στην τρίτη φαντασίωση έσωζε έναν άλλο περαστικό που πήγαινε να πέσει στη θάλασσα, πιάνο- ντάς τον από τη μέση με χάρη χορευτή. Όσοι παρακολουθούσαν χειροκρότησαν. Αυτά του τα ονειροπολήματα τον ενδυνάμωναν. Αύξαναν την αίσθηση προσαρμοστικότητας στο εκάστοτε περιβάλλον και του έδιναν αυτοπεποίθηση όταν έμπαινε στις αίθουσες. Έπαιρνε μια δόση σε τακτά διαλείμματα, σαν να ήταν φάρμακο, και ξυπνούσε μετά από μερικά λεπτά ονειροπόλησης φρέσκος κι ανανεωμένος. Έτσι κατάφερνε να μαλακώνει κάπως το σκληρό περίγραμμα του κορμιού του – που κάποιες φορές τον καταπίεζε με το άκαμπτό του αγκάλιασμα. Στις αποβάθρες της Μασσαλίας ο Φαρούκ χαιρέτησε με χειραψία τον Μιντχάτ και τον έπιασε από το μπράτσο. «Καλή τύχη. Και να είσαι γενναίος. Όταν έρθουν οι διακοπές, πρέπει να με επισκεφτείς στο Σεν Ζερμέν». Το τρένο για Μονπελιέ αναχώρησε μια ώρα αργότερα. Η νύχτα απλώθηκε στην εξοχή, που έμοιαζε αρκετά με την Παλαιστίνη: τα ίδια πριονωτά βουνά, οι ίδιες ξεραμένες πρασινάδες. ΟΜιντχάτ * Είδος λαϊκού τραγουδιού. ** «Ω, εσείς που πετάτε / πετάξτε στον ουρανό ψηλά / μου τα είπε ο Σαλίμ ο γλυκός, ο αγαπητός, ο πολύτιμος».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=