Ο νεαρός Μάνγκο

D O U G L A S S T U A R T 28 καθρέφτη και, κάθε φορά που η ματιά της διασταυρωνόταν με τη δική του, της χάριζε το καλύτερό του χαμόγελο «σχολικής φωτο- γραφίας». «Δεν έχω δει ξανά πρόβατα» είπε. Η γυναίκα χαμογέλασε, έστω κι από ευγένεια μονάχα. Ό,τι κι αν έκανε ο Μάνγκο, έμοιαζε να την κάνει να νιώθει πιο άβολα. Το δέρ- μα της ήταν πετσιασμένο σαν να δούλευε στο ανεμοβρόχι. Φορούσε γυαλιά με κοκάλινο σκελετό, χειροποίητο πουλόβερ Aran και, πάνω από το ταπεινό ετούτο ρούχο, είχε βάλει προσεκτικά ένα μαργαριτα- ρένιο κολιέ. Ο Μάνγκο την είδε να το χώνει μέσα από το πουλόβερ. «Δεν είμαστε συγγενείς» είπε σιγανά. «Είναι φίλοι της μητέρας μου και με πήραν μαζί για ψάρεμα το Σαββατοκύριακο». «Θαυμάσια» είπε εκείνη χωρίς καμία απορία. «Ναι». Ένιωσε την παρόρμηση να της πει κι άλλα, να φανερώσει σε κάποιον, έστω και σε τούτη δω τη σνομπ γυναίκα, ποιος ήταν, με ποιους ήταν μαζί και πού τον πήγαιναν. «Είναι μέλη των Ανώνυμων Αλκοολικών. Η μαμά μου θα σκέφτηκε ότι θα μας έκανε καλό να πάρουμε λίγο καθαρό αέρα». Η γυναίκα με το πουλόβερ Aran πήρε τα μάτια της από τον δρόμο μια στιγμή περισσότερο απ’ όσο έπρεπε και το αμάξι έστριψε απότο- μα καθώς έβγαινε στο πλάι του δρόμου. Ένας αντίχειρας, ή μπορεί να ’ταν ένας αναπτήρας Bic, μπήχτηκε προειδοποιητικά στο γυμνό του πόδι. Ήταν φανερό πως ο Γκάλοουγκεϊτ ήθελε απ’ αυτόν να πά- ψει να μιλά. Ο Μάνγκο άκουσε τον Σεντ Κρίστοφερ να ξεφυσά και να πλαταγίζει τα χείλη συγχυσμένος σαν νοικοκυρά που της φαινόταν αδιανόητη η τιμή του γάλακτος σήμερα. Προχώρησαν κάμποσα χιλιόμετρα σημειωτόν, ψάχνοντας απεγνω- σμένα για το σημείο που ο Γκάλοουγκεϊτ θυμόταν αόριστα από παλιά. Όταν όμως έφτασαν τελικά στο άνοιγμα στους θάμνους, ήταν όπως ακριβώς το είχε περιγράψει. Η γυναίκα έσφιξε το τσαντάκι της ανά- μεσα στα γόνατά της προτού τους βγάλει έξω κι έπειτα έβαλε πρώτη, γκάζωσε κι έφυγε, όσο εκείνοι μάζευαν τις τσάντες τους με τις μπίρες και τις πετονιές.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=