Ο νεαρός Μάνγκο

Ο Ν Ε Α Ρ Ο Σ Μ Α Ν Γ Κ Ο 19 πόδια της και να τη συμμαζέψουν, αυτή ρουφούσε όλη τους τη φρο- ντίδα και την προσοχή κι ένιωθε έπειτα κούφια όπως και πριν. Όταν μιλούσε η Πατατοσκιάχτρα, το κάτω σαγόνι της κρεμούσε και η γλώσσα της στριφογυρνούσε με τρόπο βρόμικο και λάγνο μες στο στόμα της, θαρρείς και ήθελε πώς και τι να γλείψει κάτι. Η Πα- τατοσκιάχτρα υποψιαζόταν πάντα ότι έχανε κάποιο πάρτι, ότι κάτι πιο συναρπαστικό πρέπει να συνέβαινε λίγο παρακεί ή να κρυβόταν παραδίπλα. Όταν ένιωθε έτσι, γύριζε προς τα παιδιά της και τα έδιω­ χνε λες κι ήταν τίποτα ασήμαντα μικρά πουλιά. Η Πατατοσκιάχτρα πίστευε ότι καλύτερα πράγματα, πιο λαμπερά φώτα, πιο τρανταχτά γέλια, προορίζονταν για τις γυναίκες χωρίς παιδιά. Η Πατατοσκιάχτρα γινόταν κολλητή με γυναίκες που μόλις τις είχε γνωρίσει και έπειτα από μισό μπουκάλι ουίσκι Black & White πρόδι- δε τα μύχια μυστικά της κι ύστερα ένιωθε πληγωμένη, όταν αυτές οι νέες φίλες δεν μοιράζονταν το δικό της βαθύ συναίσθημα. Και μόλις πιάνονταν στα χέρια, τις έσερνε, ή την έσερναν αυτές, στο χαλί κι αποκεί στα σκαλιά. Το πρωί ο Μάνγκο έβρισκε τούφες παρφουμαρι- σμένα μαλλιά σαν άχυρα από σκισμένο σκιάχτρο σκορπισμένες στον διάδρομο και ζωντανεμένες από το ρεύμα του αέρα που σφύριζε κάτω από την εξώπορτα. Είτε αυτός είτε η Τζόντι τις μάζευαν με την ηλε- κτρική σκούπα Ewbank και δεν έλεγαν κουβέντα ξανά γι’ αυτό. Η Τζόντι ήταν που ’χε χωρίσει τη μητέρα τους στα δύο. Στο κρύο πρωινό φως, αυτό το τέχνασμα βοηθούσε τον Μάνγκο να συγχωρέσει τη Μο-Μόου όταν το ποτό την είχε κάνει εκδικητική και άθλια. «Δεν ήταν η Μο-Μόου» έλεγε καθησυχαστικά η Τζόντι αγκαλιάζοντάς τον μέσα στο ντουλάπι του στεγνώματος «αλλά η φριχτή η Πατατοσκιά- χτρα και τώρα κοιμάται». Ο Μάνγκο ήξερε πώς έμοιαζαν οι δαίμονες. Καθώς το λεωφορείο αργοκυλούσε βόρεια, καθόταν αμίλητος και σκεφτόταν τους δικούς του. «Και τι δεν θα ’δινα για να πήγαινε ο γαμημένος ο οδηγός πιο γρήγορα» είπε αυτός με τα τατουάζ. Έβαλε το χέρι στην τσάντα ανά- μεσα στα πόδια του, που το λουρί της από καραβόπανο είχε αγκιστρω- μένα πάνω ζωηρόχρωμα δολώματα. Ψάχνοντας ανάμεσα στις πετο- νιές, έβγαλε ένα σακούλι καπνό. Έστριψε ένα χοντρό τσιγάρο, με τη

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=