Ο κουτσός άγγελος
14 ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ Κι αποφάσισα να αφήσω το γραφείο. Είτε γιατί το πρόσεξε είτε γιατί του πρόλαβαν πως σπάνια έβγαινα από το σπίτι νωρίς, όπως τότε που πήγαινα στο γραφείο της Πανεπιστη μίου, ο Μπαλωμένος το μυρίστηκε ότι άρχισα να δέχομαι πελάτες στο σπίτι. Κάποιο πρωί χτύπησε την πόρτα κι αφού μου ζήτησε το νοίκι ‒ήταν οι μέρες‒ μου ξέκοψε πως τα λεφτά που πλήρωνα ήταν για κατοικία. Αν θέλω να ’χω και γραφείο μέσα, θα ’χαμε άλλους λογαριασμούς. «Είναι φθορά για το διαμέρισμα» είπε. Κάτι τέτοια. Αφήνοντας το γραφείο είχα απολύσει και τη Βάντα, που ωστόσο τον πρώτο καιρό ανεπίσημα ερχόταν συχνά «να με δει» και να τακτοποιήσει την ακαταστασία μου. Κατέφυγα στο καφενείο του Ζήση, απέναντι στο σπίτι. Δεχόμουν εκεί, αλλά ένα καφενείο δεν κάνει καλή εντύπωση. Και το είδος της πελατείας που θα πήγαινε τα χρόνια εκείνα σε ιδιωτικό γραφείο ερευνών δεν θα ήταν κακομοίρηδες αλλά άνθρωποι με λεφτά και με κοινωνική θέση. Κι αυτοί απαιτούσαν και γραφείο και γραμματέα. Το χειρότερο δεν είχε έρθει ακόμα. Αλλά δεν άργησε. Και το χειρότερο ήταν ο πόλεμος. Βοήθησε ίσως να βρω νέο γραφείο, μ’ ελάχιστα λεφτά, στην οδό Γαμβέτα. Έδιωξε όμως και τις τελευταίες ελπίδες μου ν’ αποκτήσω πελατεία και όνομα. Ο κόσμος είχε τώρα σπουδαιότερα προβλήματα. Η Βάντα ήταν Εβραιοπούλα. Αλλά ή δεν ήθελε ή δεν κατόρ θωσε να φύγει με τους άλλους που δραπέτευαν πατείς με
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=