Ο κούκος
11 Κ οίταξε τις φωτογραφίες. Ήξερε ότι η Βίβιαν είχε ταραχτεί με την απόφασή του να μην πάνε στο πάρτι, αλλά απλώς δεν μπορούσε. Ο χρόνος τελικά τον πρόλαβε και τον ανάγκασε να ψάξει για την αλήθεια. Ίσως έπρεπε να το είχε κάνει πριν από πολύ καιρό. Αυτό που συνέβη το κουβαλούσε όλα αυτά τα χρόνια μαζί του, σαν πέτρα κρεμασμένη στον λαιμό του. Φοβόταν τις ερω τήσεις, τις απαντήσεις και ό,τι υπήρχε ενδιάμεσα. Οι επιλογές του τον διαμόρφωσαν ως άνθρωπο και αυτό που έβλεπε τώρα στον καθρέφτη δεν ήταν ιδιαιτέρως τιμητικό. Τι αντίτιμο είχε η επιλογή να ζήσει τη ζωή του με δεμένα μάτια; Τελικά ανάγκα σε τον εαυτό του να τραβήξει την κορδέλα. Και να ενεργήσει ανάλογα με αυτό που είδε. Αργά και προσεκτικά, έβγαλε μία μία τις κορνιζαρισμένες φωτογραφίες. Τις παράταξε στον τοίχο και τις μέτρησε. Δεκα έξι. Ήταν όλες εκεί. Έκανε μερικά βήματα πίσω και τις κοίταξε. Έπειτα πήγε στα σκέτα πλαίσια. Έγραψε σε κόλες χαρτί το όνομα κάθε φωτογραφίας με μεγάλα, ανομοιόμορφα γράμματα. Πήρε σελοτέιπ και κόλλησε τα χαρτιά στα πλαίσια. Δεν χρειαζόταν να βλέπει τις φωτογραφίες όσο τις μετακινούσε στους λευκούς τοίχους της γκαλερί. Κάθε φωτογραφία για την επικείμενη έκθεση ήταν αποτυπωμένη στον αμφιβληστροειδή του. Εύκο λα μπορούσε να τις ανακαλέσει και να τις δει καθαρά στη μνήμη του. Θα χρειαζόταν πολλές ώρες, πιθανότατα θα του έπαιρνε όλη τη νύχτα για να κρεμάσει την έκθεση, το ήξερε, και θα πλήρω νε το τίμημα αύριο. Δεν ήταν πια νέος. Γνώριζε όμως επίσης ότι
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=