Ο κούκος

Ο Κ Ο Υ Κ Ο Σ 17 «Μου αρέσει το συναίσθημα που ακολουθεί, αν αυτό εννοείς. Όμως εκείνη την ώρα; Όχι. Με τίποτα. Ούτε κατά διάνοια. Κι ας ξέρω πόσο το χρειάζομαι». Η Ερίκα σταμάτησε μια στιγμή για να πάρει ανάσα. Η Λουίζ επιβράδυνε και την κοίταξε. «Ειλικρινά νιώθω κάπως άσχημα τον τελευταίο καιρό» συ­ νέχισε η Ερίκα «και νομίζω ότι έχει να κάνει με την κακή δια­ τροφή και το πολύ καθισιό. Μην ξεχνάμε και την προχωρημένη ηλικία… Ήδη νιώθω την προέλαση της προεμμηνόπαυσης. Εσύ όχι;» Η Λουίζ άρχισε να προχωράει ξανά. «Είμαι λίγα χρόνια μεγαλύτερη από σένα, αλλά...» είπε διστακτικά αυξάνοντας ταχύτητα μπροστά από το φαρμακείο. «Όμως όταν ήμουν νέα έκανα αφαίρεση μήτρας. Καρκίνος. Έτσι, μια μεγάλη θλίψη μετατρέπεται σιγά σιγά σε ευλογία». «Αχ, συγγνώμη, δεν ήξερα». Η Ερίκα έκανε έναν μορφασμό. Άλλη μια γκάφα. Διόλου περίεργο. «Δεν πειράζει. Δεν είναι μυστικό, απλώς σπάνια προκύπτει στη συζήτηση. “Γεια σας, με λένε Λουίζ και δεν έχω μήτρα”». Η Ερίκα γέλασε δυνατά. Αυτό της άρεσε στη Λουίζ. Η ευ­ θύτητα και ο σαρκασμός της. Είχαν γνωριστεί μέσω των παιδιών. Το περασμένο καλοκαί­ ρι, στην παιδική χαρά της πλατείας Ίνγκριντ Μπέργκμαν, η Μάγια έγινε αμέσως κολλητή με τον γιο της Λουίζ, τον Βίλιαμ, που ήταν λίγο μεγαλύτερος. Όσο τα παιδιά έπαιζαν, η Ερίκα και η Λουίζ άρχισαν να μιλάνε. Τώρα που η Λουίζ βρισκόταν με την οικογένειά της στη Φιελμπάκα, βρήκαν την ευκαιρία να ιδωθούν. Η Ερίκα όφειλε πάντως να παραδεχτεί ότι περισσότερο εκτιμούσε τις βραδιές που έπιναν κρασί, παρά την κακή συνή­ θεια της Λουίζ να βγαίνει συνέχεια για γρήγορο περπάτημα. «Πώς νιώθεις για απόψε λοιπόν;»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=