27 Ο ΚΑΒΓΑΤΖΗΣ ΤΗΣ ΒΡΕΣΤΗΣ λή, δίχως καμιά παιδεία, πώς να παραμένει ανεξιχνίαστος και να κρατά το μυστικό του». Πορτρέτο του Σεν-Ζιστ υπό Παγκανέλ. Αγορασμένο ή κλεμμένο από κάποιον ναύτη, το μπλε διμιτένιο παντελόνι έκρυβε τα υπέροχα πόδια του, ασάλευτα τώρα και σφιγμένα ύστερα από μια βαριά πατημασιά που έκανε το τραπέζι να σειστεί. Φορούσε μαύρα λουστραρισμένα παπούτσια, με σκασίματα σε μεριές μεριές, όπου πάνω τους έπεφταν οι κυματιστές δίνες του μπλε υφάσματος που ξεκινούσαν απ’ τη ζώνη. Ο κορμός του ήταν θηκιασμένος σε μια άσπρη μάλλινη μπλούζα, με ψηλό κι εφαρμοστό λαιμό, μάλλον λιγδιασμένη. Τα χείλη του έκλειναν αργά αργά. Ο Καβγατζής έκανε την κίνηση να φέρει τη γόπα στο στόμα του, αλλά το χέρι του σταμάτησε στα μισά, στο ύψος του στήθους, και το στόμα έμεινε μισάνοιχτο· κοίταξε επίμονα τον Ζιλ και τον Ροζέ, που τους ένωνε το σχεδόν ορατό νήμα των βλεμμάτων τους, η φρεσκάδα του χαμόγελου, κι έμοιαζαν ο μεν Ζιλ να τραγουδάει για τον πιτσιρικά, ο δε Ροζέ, σαν αρχιερέας μιας μυστικής κραιπάλης, να διαλέγει τον δεκαοχτάχρονο οικοδόμο, που η φωνή του τον έκανε για ένα βράδυ ήρωα του καπηλειού. Ο ναύτης τούς παρατηρούσε με τρόπο θαρρείς και τους απομόνωνε απ’ τους άλλους. Ο Καβγατζής κρατούσε συνειδητά τα χείλη μισάνοιχτα. Το μειδίαμά του έγινε πιο εμφανές, αδιόρατα όμως. Μια αμυδρή ειρωνεία απλώθηκε στο πρόσωπό του, ύστερα σε όλο του το κορμί, ωσότου,
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=