Ο Καβγατζής της Βρέστης

23 Ο ΚΑΒΓΑΤΖΗΣ ΤΗΣ ΒΡΕΣΤΗΣ είχε μαγαριστεί με συνθήματα πολιτικού χαρακτήρα. Επέστρεψε τότε στα δικά του ορνιθοσκαλίσματα, τα διάβασε από μέσα του και, κυριευμένος από μια ταραχή τόσο μεγάλη θαρρείς και τα πρωτόβλεπε, τα εικονογράφησε μ’ ένα καυλί τεραστίων διαστάσεων, ορθωμένο, υπερβάλλοντας στην αφέλεια του σκίτσου. Ύστερα, βγήκε έξω με τόση φυσικότητα σαν να ’χε απλώς ξαλαφρώσει. Κάνει έτσι το γύρο της Βρέστης, μπαίνοντας σκόπιμα σε κάθε ουρητήριο. Μόλο που οι ίδιοι την αρνούνταν, η παράξενη ομοιότητα ανάμεσα στους δυο αδερφούς με το επώνυμο Κερέλ (Καβγατζής) ήταν θέλγητρο για τους άλλους, όχι γι’ αυτούς. Συναντιούνταν μόνο το βράδυ, όσο πιο αργά γινόταν, και μοιράζονταν το μοναδικό κρεβάτι μιας κάμαρας, κοντά εκεί όπου άλλοτε ζούσε φτωχικά η μάνα τους. Μοιράζονταν ίσως, αλλά τόσο βαθιά μέσα τους που δεν το αντιλαμβάνονταν καν, και την αγάπη τους για τη μάνα, όπως και τους σχεδόν καθημερινούς τσακωμούς. Το πρωί χώριζαν δίχως ν’ ανταλλάξουν κουβέντα. Ήθελαν ν’ αγνοούν ο ένας τον άλλο. Στα δεκαπέντε του, ο Καβγατζής είχε κιόλας εκείνο το χαμόγελο που θα τον έκανε να ξεχωρίζει για όλη του τη ζωή. Διάλεξε να ζήσει με τους κλέφτες, τη δική τους αργκό μιλάει. Θα προσπαθήσουμε να ’χουμε κατά νου αυτή τη λεπτομέρεια, έτσι ώστε να γνωρίσουμε καλύτερα τον Καβγατζή, του οποίου οι νοητικές διεργασίες και τα αισθήματα εξαρτώνται και διαμορφώνονται από μια ορισμένη σύνταξη, από μια ιδιαίτερη εκφορά λόγου. Στο λεξιλόγιό του θα βρούμε λέξεις κι εκφράσεις όπως «δώσ’ του να καταλάβει του καριόλη…», «λιώμα είμαι…», «πάρ’

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=