15 Ο ΚΑΒΓΑΤΖΗΣ ΤΗΣ ΒΡΕΣΤΗΣ «Αυτός, για να καλαφατίσει μια γκομενίτσα, θα ’παιζε ακόμα και με τον Νόνο». «Κι ο κολομπαράς από δω θα πήγαινε στο Λα Φέρια ίσα για να τονε μαδήσουνε». Τα ονόματα «Λα Φέρια» και «Νόνο», μολονότι εκείνο της πατρόνας είναι άγνωστο, θα έχουν κάνει σίγουρα το γύρο του κόσμου, ψιθυρισμένα από χείλη θαλασσινών, ξεστομισμένα με μια σαρκαστική αποστροφή. Στο βαπόρι, κανείς ποτέ δεν ξέρει τι ακριβώς είναι το Λα Φέρια, δε γνωρίζει με λεπτομέρεια τους κανόνες του παιχνιδιού που το κάνει ονομαστό, μα κανείς, μήτε οι νιόφερτοι, δεν τολμάει να ζητήσει περαιτέρω εξηγήσεις· κάθε ναυτικός αφήνει να εννοηθεί πως είναι μπασμένος στα κόλπα. Έτσι, λοιπόν, το χαμαιτυπείο της Βρέστης εμφανίζεται περιβεβλημένο από μια μυθική αύρα, και οι ναυτικοί, σαν ζυγώνουν στο λιμάνι, ονειρεύονται μυστικά ετούτο το πορνείο, για το οποίο μόνο γελώντας μιλούν. Ο Ζορζ Κερέλ,* ο «Καβγατζής» δηλαδή, ο ήρωας του βιβλίου, μιλάει γι’ αυτό λιγότερο απ’ όλους. Ξέρει πως ο αδερφός του είναι ο αγαπητικός της πατρόνας. Στο Κάδιθ, έλαβε μάλιστα και το σχετικό γράμμα: «Αδέρφι μου αγαπημένο, σου γράφω δυο λόγια για να σου πω ότι γύρισα στη Βρέστη. Ήθελα να ξαναπιάσω δουλειά στους ντόκους, μα ήτανε κομπλέ. Γκίνια. Κι εγώ, το ξέρεις, με τη δουλειά δεν το ’χω, τη σιχαίνομαι όπως ο διάολος το λιβάνι. Για να ξελασπώσω, πήγα και βρήκα τον Μιλό κι αμέσως κατάλαβα πως με κιαλάριζε η κυρά του * Querelle σημαίνει «καβγάς» στα γαλλικά. (Σ.τ.Μ.)
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=