Ο καλός γιος

Ο Κ Α Λ Ο Σ Γ Ι Ο Σ 33 ένα κοφτερό μαχαίρι από το αριστερό αυτί μέχρι το δεξί. Η σάρκα του λαιμού ήταν ανοιχτή στο σχήμα του γιαταγανιού, η πληγή ήταν κόκκινη, σαν τα βράγχια του ψαριού. Για μια στιγ- μή μου φάνηκε ότι είδα την πληγή να πάλλεται σαν να αναπνέει. Κάτω από τα μπερδεμένα μαλλιά, οι σκούρες ίριδές της συνά- ντησαν το βλέμμα μου. Ήταν μάτια σαν νύχια που με τρυπούσαν σαν βέλος. Τα μάτια αυτά με παγίδεψαν και με διέταξαν να πλησιάσω πιο κοντά. Το σώμα μου υπάκουσε αμέσως. Λύγισα τα άκαμπτα σαν γερανούς πόδια μου για να καθίσω στις φτέρ- νες μου δίπλα της. Άπλωσα το χέρι προς το κεφάλι της γυναίκας. Τρέμοντας και αδιαφορώντας για τις συνέπειες, έδιωξα τα μαλ- λιά μπροστά από το πρόσωπό της. «Γιου-τζιν!» Η φωνή της μητέρας ακούστηκε ξανά. Η ίδια φωνή που είχα ακούσει στο όνειρό μου. Αυτή τη φορά ηχούσε αδύναμη. Μια φωνή που χανόταν μέσα στον λαιμό της. Μου κόπηκε η αναπνοή τρίτη φορά. Μέσα στο μυαλό μου άκουσα τον θόρυβο που κάνουν δύο τρένα που συγκρούονται. Τα πάντα έπλεαν μπροστά στα μάτια μου. Η δύναμη στην πλάτη μου χάθηκε και αισθάνθηκα τα πόδια μου να γλιστρούν πάνω στη λίμνη αίματος. Κάθισα με φόρα κάτω, συγκρατώντας το σώμα μου με τα χέρια μου. Τα μάτια της γυναίκας ήταν πεταγμένα έξω σαν της τρομαγ- μένης γάτας. Σταγόνες αίμα σαν δάκρυα κολλούσαν στις μα- κριές μαύρες βλεφαρίδες. Τα μάγουλά της ήταν βαθουλωμένα και το σαγόνι της έντονο. Τα χείλη της είχαν χωρίσει και είχαν σχηματίσει κύκλο. Σε αυτή τη γυναίκα ανήκε το βραχιόλι του αστραγάλου. Τη γυναίκα που είχε χάσει τον άντρα της και τον μεγαλύτερο γιο της δεκαέξι χρόνια πριν στο νησί. Τη γυναίκα που είχε γαντζωθεί πάνω μου για δεκαέξι χρόνια, και μόνο πάνω μου από τότε. Εκείνη που μου είχε δώσει τα γονίδιά της. Η μητέρα μου.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=