Ο καλός γιος

Y O U - J E O N G J E O N G 20 γενεθλίων που είχαν τραβήξει κατά τη διάρκεια της μέρας και λόγω της ζεστής ατμόσφαιρας του χώρου τον είχε πάρει ο ύπνος. «Μόλις ξύπνησα και είδα ότι η μητέρα με είχε πάρει τηλέ- φωνο μέσα στη νύχτα. Γι’ αυτό πήρα. Είναι λίγο περίεργο. Θα έπρεπε να κοιμάται τέτοια ώρα». Μου είπε ότι νόμιζε ότι θα είχαν ξυπνήσει όλοι μέχρι τη στιγμή εκείνη, αλλά του φάνηκε ακόμα πιο παράξενο που κανείς δεν σήκωνε το τηλέφωνο. «Μήπως έχει συμβεί κάτι στο σπίτι;» Έφερα το χέρι μου μπροστά από τα μάτια μου. Μου πήρε αρκετή ώρα να συνειδητοποιήσω ότι το χέρι μου ήταν καλυμ- μένο με κάτι σκληρό και ξερό. Μετά από λίγο αντιλήφθηκα ότι και το πρόσωπό μου ήταν καλυμμένο με κάτι. Μπορούσα να το καταλάβω χωρίς να αγγίξω το πρόσωπό μου. Σύμφωνα με τη θεία μου, που είναι η πιο μορφωμένη στην οικογένειά μας, ήταν η «αίσθηση ξένου σώματος», δηλαδή κάτι που μπορείς να το αισθανθείς χωρίς τη βοήθεια της αφής. «Γιατί το λες αυτό;» απάντησα αφηρημένος καθώς άγγιζα τα μαλλιά μου. Υπήρχε κάτι εκεί που μου έδινε την ίδια αίσθη- ση. Ήταν άκαμπτο και μπλεγμένο μέσα στα μαλλιά μου. «Αλήθεια; Τότε γιατί δεν απάντησε στο τηλέφωνο;» ρώτησε ο Χε-τζιν. «Πήρα και στο κινητό και στο τηλέφωνο του σπιτιού». «Μάλλον θα προσεύχεται. Ή ίσως να είναι στο μπάνιο ή στη βεράντα. Μπορεί να μην άκουσε το τηλέφωνο γιατί έκανε κάποια δουλειά». Ακούμπησα το στήθος μου, μετά το στομάχι μου και στο τέλος τα πόδια μου. Φορούσα ακόμη τα χθεσινά ρούχα, αλλά τα αισθανόμουν εντελώς διαφορετικά. Το μαλακό, λεπτό πουλόβερ μου ήταν άκαμπτο, σαν ξερό και στριμμένο ξεσκονόπανο που είχε μείνει κάτω από τον δυνατό ήλιο για εκατό μέρες. Το πα- ντελόνι μου ήταν σκληρό, σαν ακατέργαστο δέρμα. Ανασήκωσα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=