Ο φαροφύλακας

[ 23 ] «Μα τι λες τώρα! Φυσικά να σε βοηθήσουμε με ό,τι θέλεις. Ο Γκούναρ θα βγει ούτως ή άλλως με τη βάρκα το απόγευμα, κι εγώ μπορώ να πάω να σου ψωνίσω. Πες μου μόνο τι χρειάζεστε». «Αν θέλετε, πληρώστε τα εσείς και τα δίνω εγώ τα λεφτά στον Γκούναρ. Έχω μετρητά μαζί μου». «Φυσικά, καρδιά μου. Λοιπόν, πες μου τι να ψωνίσω, για να γρά­ ψω μια λίστα». Η Νάταλι φαντάστηκε τη Σίγκνε να φοράει τα γυαλιά μυωπίας, να τα στηρίζει στην άκρη της μύτης καθώς άπλωνε το χέρι για να πιάσει χαρτί και στιλό. Γεμάτη ευγνωμοσύνη, η Νάταλι αράδιασε όσα νόμισε ότι χρειάζονταν. Μαζί με μια σακούλα καραμέλες για τον Σαμ, αλλιώς θα της έκανε το Σάββατο μαύρο κι άραχλο. Ο Σαμ είχε μια φοβερή γνώση των ημερών της εβδομάδας και ήδη από την Κυριακή άρχιζε να μετράει αντίστροφα μέχρι την επόμενη σαβ­ βατιάτικη σακούλα με καραμέλες. Όταν έκλεισε το τηλέφωνο, σκέφτηκε μήπως έπρεπε ναπάει μέσα και να προσπαθήσει να ξυπνήσει προσεκτικά τον Σαμ. Αλλά κάτι της έλεγε πως έπρεπε να τον αφήσει λίγο ακόμη. Η δουλειά στο αστυνομικό τμήμα είχε σταματήσει. ΟΜπέρτιλΜέλ­ μπεργ, με ασυνήθιστη ευαισθησία, είχε ρωτήσει τον Πάτρικ αν ήθε­ λε να πάνε κι εκείνοι στην κηδεία. Αλλά ο Πάτρικ είχε απαντήσει μ’ ένα αρνητικό κούνημα του κεφαλιού. Είχε μόλις μερικές μέρες που είχε επιστρέψει στα καθήκοντά του και κινούνταν γύρω του με σε­ βασμό και περισσή ευαισθησία. Ακόμα και ο Μέλμπεργ. Η Πάουλα και ο Μέλμπεργ είχαν φτάσει πρώτοι στον τόπο του δυστυχήματος. Όταν είδαν τα δύο αυτοκίνητα στραπατσαρισμένα σε σημείο που να μην αναγνωρίζονται, δεν πίστεψαν ότι κάποιος

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=