Ο φαροφύλακας

33 Ο Φ Α Ρ Ο Φ Υ Λ Α Κ Α Σ «Πότε ήρθε;» ρώτησε ο Μάτε. «Χτες, νομίζω. Έχει μαζί της και το παιδί». «Πόσο θα μείνει;» «Δεν ξέρει, είπε». Ο Γκούναρ έβαλε μια δόση ταμπάκο πίσω από το πάνω χείλι του και ακούμπησε ικανοποιημένος στη ράχη της καρέ­ κλας. «Έχει… έχει αλλάξει καθόλου;» Ο Γκούναρ έγνεψε καταφατικά. «Βέβαια και δεν έχει αλλάξει καθόλου η μικρή μας Νάταλι. Το ίδιο όμορφη όπως πάντα. Λίγο μελαγχολικό βλέμμα, μου φαίνεται, αλλά ίσως να το φαντάστηκα. Ίσως να έχει τίποτα προβλήματα στο σπίτι. Πού να ξέρω κι εγώ;» «Δεν κάνουμε υποθέσεις για τέτοια» τον επέπληξε η Σίγκνε. «Το αγοράκι της το είδες;» «Όχι, η Νάταλι με συνάντησε κάτω στην αποβάθρα και δεν προλάβαινα να μείνω για πολύ εκεί. Αλλά εγώ λέω να πας εκεί και να τη δεις». Ο Γκούναρ στράφηκε στον Μάτε. «Σίγουρα θα χαρεί να δει έναν επισκέπτη εκεί έξω στο Γκαστχόλμεν. Συγγνώμη, στο Γκρόχουερ» συμπλήρωσε και κοίταξε με πει­ ραχτικό βλέμμα τη γυναίκα του. «Αυτά είναι απλώς χαζομάρες και παλιές δεισιδαιμονίες. Δεν πιστεύω ότι πρέπει να ενθαρρύνεις τέτοια πράγματα» είπε η Σίγκνε με μια βαθιά ρυτίδα ανάμεσα στα φρύδια. «Η Νάταλι τα πιστεύει» είπε ο Μάτε χαμηλόφωνα. «Πάντα έλεγε πως ήξερε ότι αυτοί ήταν εκεί». «Ποιοι αυτοί;» Στην πραγματικότητα η Σίγκνε ήθελε να αλλάξει θέμα συ­ ζήτησης, αλλά περίμενε με αγωνία την απάντηση του Μάτε. «Οι νεκροί. Η Νάταλι είπε ότι τους έβλεπε και τους άκουγε μερικές φορές, αλλά ότι δεν επιθυμούσαν να κάνουν κάτι κα­ κό. Απλώς ότι είχαν απομείνει εκεί πέρα».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=