Ο φαροφύλακας

25 Ο Φ Α Ρ Ο Φ Υ Λ Α Κ Α Σ «Πιστεύω πως είναι καλό τελικά. Πολλοί άντρες γελούν με την ιδέα να πάνε και να κάνουν μια περιποίηση προσώπου, αλλά το έκανα μια φορά στο Γέτεμποργ και ήταν υπέροχο, διάβολε. Η επιδερμίδα μου ήταν απαλή σαν κωλαράκι μωρού για πολλές εβδομάδες μετά». Ο Γιέστα κοίταξε με αποστροφή τον νεαρό συνάδελφό του. Περιποίηση προσώπου; Μόνο νεκρός θα άφηνε κάποιον να τον πασαλείψει μ’ ένα κάρο μαντζούνια στο πρόσωπο. «Τέλος πάντων, θα δούμε τι έχουν να προσφέρουν. Ας ελ­ πίσουμε, τουλάχιστον, να έχουν κάνα φαγητό της προκοπής. Ίσως μπουφέ με επιδόρπια». «Δύσκολο το βλέπω» έκανε γελώντας ο Μάρτιν. «Σε κάτι τέτοια μέρη τούς νοιάζει περισσότερο το αδυνάτισμα παρά η πάχυνση των επισκεπτών». Ο Γιέστα τον κοίταξε με προσβεβλημένο ύφος. Δεν είχε πάρει ούτε γραμμάριο από τότε που είχε τελειώσει το γυμνάσιο. Με ένα απορριπτικό ρουθούνισμα πήρε άλλο ένα μπισκότο. Επικρατούσε χάος όταν μπήκαν στο σπίτι. Η Μάγια και η Λίσεν χοροπηδούσαν στον καναπέ, η Έμμα και ο Άντριαν τσα­ κώνονταν για μια ταινία που ήθελαν να δουν και τα δίδυμα ούρλιαζαν όσο δυνατότερα μπορούσαν. Η μητέρα του Πάτρικ φαινόταν πως ήθελε από στιγμή σε στιγμή να πηδήξει από κανένα μπαλκόνι. «Δόξα τω Θεώ που ήρθατε επιτέλους» έκανε εκείνη κι έβαλε μεμιάς από ένα φωνακλάδικο μικρό στην αγκαλιά του καθενός. «Δεν μπορώ να καταλάβω τι έπαθαν αυτά τα παιδιά. Σαν παλαβά κάνουν. Κι αυτά εδώ τα δυο προσπάθησα να τα ταΐσω, αλλά, μόλις πιάνω το ένα, βάζει τις φωνές το άλλο και τότε αποσπάται η προσοχή του πρώτου και δεν μπορεί να φάει, αλλά αρχίζει και κλαίει ξανά και–»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=