Ο εραστής
22 | MARGUERITE DURAS δους, για εκείνες που ήταν φανερές. Εδώ μιλάω για κρυφές περιόδους της ίδιας νεότητας, για κάποια γεγονότα, για κά ποια αισθήματα, για κάποια περιστατικά που φαίνεται ότι τα είχα απωθήσει. Άρχισα να γράφω μέσα σ’ ένα περιβάλλον που με έσπρωχνε προς την αιδώ. Το να γράφω γι’ αυτούς ήταν ακόμη ηθικό. Τώρα το γράψιμο θα έμοιαζε πως πολύ συχνά δεν σημαίνει τίποτα. Κάποιες φορές ξέρω τούτο, πως το γράψιμο δεν είναι τίποτα από τη στιγμή που, συγχωνεύο ντας τα πάντα, κυνηγάς τον άνεμο και το μάταιο. Πως από τη στιγμή που συγχωνεύεις κάθε φορά τα πάντα σε ένα μόνο πράγμα κατ’ ουσίαν απροσδιόριστο, το γράψιμο δεν είναι τίποτα περισσότερο από διαφήμιση. Αλλά τις περισσότερες φορές δεν έχω άποψη, βλέπω ότι όλα τα πεδία είναι ανοιχτά, ότι δεν θα υπήρχαν πια τείχη, ότι το γραμμένο δεν θα ήξερε πια πού να πάει για να κρυφτεί, για να πραγματωθεί, να αναγνωστεί, ότι η θεμελιώδης ατοπία του δεν θα γινόταν πια σεβαστή, η σκέψη μου όμως δεν προχωρεί πιο πέρα. Τώρα βλέπω ότι πολύ νέα, στα δεκαοκτώ, στα δεκαπέντε, είχα αυτό το πρόσωπο, προάγγελο ετούτου που απέκτησα αργότερα με το αλκοόλ στη μέση ηλικία της ζωής μου. Το αλκοόλ επιτέλεσε τη λειτουργία που δεν επιτέλεσε ο Θεός, ανέλαβε επίσης κι αυτήν τού να με σκοτώσει, να σκοτώσει. Αυτό το πρόσωπο του αλκοόλ μού ήρθε πριν από το αλκοόλ. Το αλκοόλ ήρθε να το επιβεβαιώσει. Είχα μέσα μου τη θέση γι’ αυτό, το κατάλαβα όπως και οι άλλοι, αλλά, κατά περίερ γο τρόπο, πρόωρα. Όπως είχα μέσα μου και τη θέση του πόθου. Στα δεκαπέντε είχα το πρόσωπο της ηδονής και δεν
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=