Ο εραστής

Ο ΕΡΑΣΤΗΣ | 21 τώσω, να μπορέσω για μια φορά να φανώ πιο δυνατή απ’ αυτόν και να τον δω να πεθαίνει. Ήταν για να πάρω μπροστά από τη μητέρα μου το αντικείμενο της αγάπης της, εκείνο τον γιο, να την τιμωρήσω επειδή τον αγαπούσε τόσο πολύ, τόσο κακά, και προπαντός για να σώσω τον μικρό μου αδελφό, και αυτό το πίστευα, τον μικρό αδελφό μου, το παιδί μου, από τη ζωντανή ζωή εκείνου του μεγάλου αδελφού που στε­ κόταν πάνω από τη δική του, από εκείνο το μαύρο πέπλο πάνω στο φως, από εκείνο τον νόμο που εκπροσωπούσε αυ­ τός, που είχε θεσπίσει αυτός, ένα ανθρώπινο πλάσμα, και που ήταν ένας νόμος ζωώδης, και που την κάθε στιγμή της κάθε μέρας της ζωής του μικρού αδελφού γινόταν ο φόβος αυτής της ζωής, φόβος που μια φορά έπληξε την καρδιά του και τον έκανε να πεθάνει. Έγραψα πολύ γι’ αυτούς τους ανθρώπους της οικογένειάς μου, αλλά όσο το έκανα ζούσαν ακόμη, η μητέρα και οι αδελφοί, και έγραψα γύρω απ’ αυτούς, γύρω απ’ αυτά τα πράγματα χωρίς να τα ακουμπήσω. Η ιστορία της ζωής μου δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει. Δεν υπάρ­ χει ποτέ κέντρο. Ούτε δρόμος, καμιά γραμμή. Υπάρχουν πλατιές εκτάσεις όπου κάνεις τους άλλους να πιστεύουν πως κάποιος υπήρχε εκεί, δεν είναι αλήθεια, δεν υπήρχε κανείς. Την ιστορία ενός πολύ μικρού μέρους της νιότης μου την έχω κιόλας γράψει λίγο πολύ, θέλω να πω τέλος πάντων ότι έχω δώσει μια ιδέα γι’ αυτήν, μιλάω ακριβώς γι’ αυτήν, για την ιστορία του διάπλου του ποταμού. Αυτό που κάνω εδώ είναι διαφορετικό, και ίδιο. Πριν μίλησα για τις φωτεινές περιό

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=