Ο εραστής

18 | MARGUERITE DURAS σμένα χρόνια της ζωής. Εκείνο το γέρασμα ήταν απότομο. Το είδα να κυριεύει τα χαρακτηριστικά μου ένα ένα, να αλ­ λάζει τη μεταξύ τους σχέση, να κάνει τα μάτια πιο μεγάλα, το βλέμμα πιο μελαγχολικό, το στόμα πιο σκληρό, να σημα­ δεύει το μέτωπο με βαθιές ζάρες. Δεν τρόμαξα, είδα, αντίθε­ τα, αυτό το γέρασμα του προσώπου μου να συντελείται με το ενδιαφέρον που θα μου προκαλούσε η εξέλιξη μιας ανάγνω­ σης, για παράδειγμα. Ήξερα επίσης ότι δεν έπεφτα έξω, ότι κάποια μέρα θα επιβραδυνόταν και θα έπαιρνε τον κανονι­ κό του ρυθμό. Οι άνθρωποι που με είχαν γνωρίσει στα δε­ καεπτά μου σ’ ένα ταξίδι μου στη Γαλλία τα έχασαν όταν με ξανάδαν δυο χρόνια αργότερα, στα δεκαεννιά. Εκείνο το πρόσωπο, το καινούργιο, το κράτησα. Έγινε το πρόσωπό μου. Γέρασε κι άλλο, φυσικά, αλλά σχετικά λιγότερο απ’ όσο θα ’πρεπε. Έχω ένα πρόσωπο χαρακωμένο από στεγνές και βαθιές ρυτίδες, με σπασμένη επιδερμίδα. Δεν έχει χαλαρώ­ σει όπως ορισμένα πρόσωπα με λεπτά χαρακτηριστικά, δια­ τήρησε το ίδιο περίγραμμα, το υλικό του όμως έχει καταστρα­ φεί. Έχω ένα κατεστραμμένο πρόσωπο. Να σας πω κάτι ακόμα, είμαι δεκαπεντέμισι χρονών. Είναι το πέρασμα ενός ποταμόπλοιου στον Μεκόνγκ. Η εικόνα διαρκεί όσο και ο διάπλους του ποταμού. Είμαι δεκαπέντε και μισό, δεν υπάρχουν εποχές σ’ εκείνη τη χώρα, είμαστε σε μία και μοναδική εποχή, ζεστή, μονό­ τονη, είμαστε στη μακριά και ζεστή ζώνη της γης, ούτε άνοι­ ξη ούτε ανανέωση. ***

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=