Ο διάβολος μόνο ξέρει

7 1 Ο Ρέμπους ακούμπησε το μαχαίρι και το πιρούνι του στο άδειο πιάτο και άραξε στην καρέκλα του, κοιτάζοντας προσεκτικά τους υπόλοιπους πελάτες του εστιατορίου. «Κάποιος δολοφονήθηκε εδώ, ξέρεις» ανακοίνωσε. «Κι ύστερα σου λένε ότι ο ρομαντισμός έχει πεθάνει». Η Ντέμπορα Κουάντ είχε κοκαλώσει πάνω από την μπρι­ ζόλα της. Ο Ρέμπους ήταν έτοιμος να σχολιάσει το γεγονός ότι την τεμάχιζε με την ίδια προσοχή που έδειχνε όταν χρησιμο­ ποιούσε το νυστέρι της σε κάποιο πτώμα. Τότε όμως θυμήθη­ κε τη δολοφονία και θεώρησε ότι ήταν καλύτερο θέμα συζή­ τησης για να σπάσει ο πάγος. «Συγγνώμη» απολογήθηκε, πίνοντας μια γουλιά από το κόκκινο κρασί του. Σέρβιραν και μπίρα στο εστιατόριο, ο Ρέμπους είχε δει τους σερβιτόρους να φέρνουν μπίρα σε κάποια τραπέζια, αλλά προ­ σπαθούσε να την περιορίσει. Μια νέα αρχή: αυτός ήταν και ο λόγος που είχαν βγει έξω για να δειπνήσουν, γιόρταζαν μια εβδομάδα χωρίς τσιγάρο. Εφτά ολόκληρες μέρες. Εκατόν εξήντα οχτώ ώρες. (Εκείνη δεν χρειαζόταν να μάθει για το τσιγάρο που ζητιά­ νεψε από έναν καπνιστή έξω από ένα συγκρότημα γραφείων πριν από τρεις μέρες. Έτσι κι αλλιώς του έφερε ναυτία.) «Αντιλαμβάνεσαι καλύτερα τη γεύση του φαγητού, έτσι δεν είναι;» τον ρώτησε τώρα, για πολλοστή φορά.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=