Ο διάβολος μόνο ξέρει (Pocket)
[ 9 ] 1 Ο Ρέμπους ακούμπησε το μαχαίρι και το πιρούνι του στο άδειο πιάτο και άραξε στην καρέκλα του, κοιτάζοντας προσεκτικά τους υπόλοιπους πελάτες του εστιατορίου. «Κάποιος δολοφονήθηκε εδώ, ξέρεις» ανακοίνωσε. «Κι ύστερα σου λένε ότι ο ρομαντισμός έχει πεθάνει». Η Ντέμπορα Κουάντ είχε κοκαλώσει πάνω από την μπριζόλα της. Ο Ρέμπους ήταν έτοιμος να σχολιάσει το γεγονός ότι την τεμά χιζε με την ίδια προσοχή που έδειχνε όταν χρησιμοποιούσε το νυ στέρι της σε κάποιο πτώμα. Τότε όμως θυμήθηκε τη δολοφονία και θεώρησε ότι ήταν καλύτερο θέμα συζήτησης για να σπάσει ο πάγος. «Συγγνώμη» απολογήθηκε, πίνοντας μια γουλιά από το κόκκινο κρασί του. Σέρβιραν και μπίρα στο εστιατόριο, ο Ρέμπους είχε δει τους σερβιτόρους να φέρνουν μπίρα σε κάποια τραπέζια, αλλά προσπα θούσε να την περιορίσει. Μια νέα αρχή: αυτός ήταν και ο λόγος που είχαν βγει έξω για να δειπνήσουν, γιόρταζαν μια εβδομάδα χωρίς τσιγάρο. Εφτά ολόκληρες μέρες. Εκατόν εξήντα οχτώ ώρες. (Εκείνη δεν χρειαζόταν να μάθει για το τσιγάρο που ζητιάνεψε από έναν καπνιστή έξω από ένα συγκρότημα γραφείων πριν από τρεις μέρες. Έτσι κι αλλιώς του έφερε ναυτία.)
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=