Ο διάβολος και τα σκοτεινά νερά

Ο Δ Ι Α Β Ο Λ Ο Σ Κ Α Ι Τ Α Σ Κ Ο Τ Ε Ι Ν Α Ν Ε Ρ Α 15 κρατημένο φίλο του, που τον έσπρωχνε σαν πούπουλο στο στή­ θος. Οι σκουρόχρωμες μπούκλες του Σάμι είχαν κολλήσει πάνω στο μέτωπό του και τα ζυγωματικά του ήταν πρησμένα και μελανιασμένα από το ξύλο στη φυλακή. Τώρα πια δεν ατένιζε αφ’ υψηλού τον κόσμο, αλλά τον κοίταζε απελπισμένος με τα καστανά του μάτια ορθάνοιχτα. Όμως, ακόμα και βασανισμένος, εξακολουθούσε να είναι γοητευτικός, ο άτιμος. Σε αντίθεση με τον Άρεντ, που τα μαλλιά του ήταν ξυρισμέ­ να και η μύτη του στραπατσαρισμένη από τις συμπλοκές του παρελθόντος. Από το δεξί του αυτί έλειπε ένα μεγάλο κομμάτι που του είχε κόψει κάποιος με τα δόντια σε μια μάχη, ενώ μια μακριά ουλή, από το σαγόνι του ως τον λαιμό, του είχε μείνει ενθύμιο από ένα άτσαλο μαστίγωμα πριν από μερικά χρόνια. «Μόλις φτάσουμε στις αποβάθρες, θα είμαστε ασφαλείς» είπε ο Άρεντ πεισμωμένος σηκώνοντας τη φωνή του, γιατί κά­ που, στην αρχή της πομπής, είχαν ξεσπάσει επευφημίες. Στην κεφαλή της βρισκόταν ο γενικός κυβερνήτης Γιαν Χάαν, στητός πάνω στο λευκό, αρσενικό του άλογο, με το ξίφος να χτυπάει στη μέση του. Πριν από δεκατρία χρόνια είχε αγοράσει, για λογαριασμό της Ηνωμένης Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών, το χωριό που υπήρχε εδώ. Μόλις οι αυτόχθονες υπέγραψαν το συμβόλαιο, έκαψε το χωριό, και με τις στάχτες του χάραξε τους δρόμους, τα κανάλια και τα κτίρια της πόλης που χτίστηκαν στη θέση του. Η Μπατάβια ήταν τώρα ο πιο κερδοφόρος σταθμός της Εταιρείας, και ο Γιαν Χάαν είχε προσκληθεί πίσω στο Άμστερ­ νταμ, για να γίνει μέλος του διευθυντηρίου της Εταιρείας, του μυστηριώδους σώματος των 17 Ευγενών. Καθώς το άλογό του τριπόδιζε κατά μήκος του βουλεβάρτου, το πλήθος τον υποδεχόταν με δάκρυα και ζητωκραυγές. Άνθρω

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=