Ο αναρχικός τραπεζικός

Μ Α Ρ Κ Ο Σ Κ Ρ Η Τ Ι Κ Ο Σ 18 ανταλλάξουμε ούτε ένα αγχωμένο βλέμμα συμπαράστα­ σης. Το επάγγελμα του τραπεζικού είναι τελικά πιο μο­ ναχικό από του συγγραφέα, μην πω κι απ’ της πουτάνας. «Κύριε Μάρκο, ακόμη να μου φέρετε τις προθεσμια­ κές; Αργείτε!» Κι όπως συμβαίνει συνήθως, ένας άνθρωπος μόνος είναι εύκολος στόχος για τον διάολο. «Το ν’ αργείς δεν είναι πάντα ελάττωμα, κύριε διευ­ θυντά μου». Η έκφραση του προσώπου του δεν μου άφησε καμία αμφιβολία ότι έπιασε το ερωτικό μου υπονοούμενο και κυρίως την απειλή που υπέκρυπτε. Έπειτα από έναν αιώνα, η ώρα πήγε τρεις και τέ­ ταρτο. Πετάχτηκα απ’ την καρέκλα σαν να είχα φάει μια κλοτσιά στον πισινό, και ετοιμάστηκα να φύγω πρώ­ τος, όπως κάθε μεσημέρι. Ο διευθυντής με μαστίγωσε με ένα δυσοίωνο παρατεταμένο βλέμμα, καθώς χτυπού­ σε τα δάχτυλά του στο γραφείο, στον ρυθμό μιας μου­ σικής που άκουγε μονάχα εκείνος. Σ’ ένα παράλληλο σύμπαν τον φαντάστηκα φευγαλέα να νιώθει την καυτή ανάσα μου κολλημένη στον σβέρκο του. Χαλάρωσα τη γραβάτα με μια απότομη κίνηση και βούτηξα στο πα­ ραλήρημα της πόλης. Άλλη μια μέρα πιο κοντά στη σύνταξη, σκέφτηκα με ανακούφιση, αν και γνωρίζω ότι το να πάρεις σύνταξη έπειτα από είκοσι χρόνια στην Ελλάδα είναι εξίσου πιθανό με το να ερωτευτεί παρά­ φορα την πεθερά μου ο Τζουντ Λο. ***

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=